Όλα για ένα κουβάρι γίνονται…

Και φτάνεις κάπου εκεί γύρω στα 30 να σταματάς για να κοιτάξεις πίσω. Γιατί νιώθεις πως κάτι δε σε αφήνει να προχωρήσεις. Σαν να θες να βεβαιωθείς ότι δεν έχεις χαθεί και ότι όλα θα πάνε καλά. Και συνειδητοποιείς πως τα όνειρα κάπου κόλλησαν. Ψάχνεις να βρεις την άκρη του κουβαριού και σκέφτεσαι πως το κουβάρι έχει δύο άκρες. Κάποια από τις δυο θα τη βρεις που θα πάει.

Μπλέκεις και ξεμπλέκεις, τραβάς και απογοητεύεσαι και ο καιρός περνάει. Και γιατί να μην το κόψω; Σκέφτεσαι σαν άλλος Κολόμβος και αρπάζεις ένα ψαλίδι και γεμάτος αποφασιστικότητα κόβεις ο,τιδήποτε σε εμποδίζει από το να το ξεμπλέξεις. Περισσότερο ατσούμπαλα από όσο θα έπρεπε ίσως.

Το κάνεις κομμάτια και τελικά καταλήγεις να έχεις πολλές περισσότερες άκρες από αυτές που είχες όταν ξεκίνησες. Βρίσκεσαι ξαφνικά ανάμεσα σε κομματάκια από το κουβάρι που κάποτε ήταν το ΔΙΚΟ ΣΟΥ κουβάρι. Και τώρα τι; Έμεινες χωρίς κουβάρι και πρέπει και να καθαρίσεις από πάνω. Σκέφτεσαι…

Τώρα ήρθε η ώρα να πάρεις ένα καινούργιο κουβάρι. Το παλιό είχε λερωθεί άλλωστε. Ήταν και ντεμοντέ. Έχεις δει τι όμορφα κουβάρια υπάρχουν εκεί έξω; Ξεχύνεσαι στα μαγαζιά και κάπου εκεί στα σοκάκια της Αθήνας βρίσκεις το ένα και μοναδικό. Είναι ένα μεγάλο, φανταχτερό, γυαλιστερό και γεμάτο παγέτες κουβάρι. Γιατί όλα είναι θέμα στυλ. Μπαίνεις και το αγοράζεις. “Συλλεκτικό κομμάτι” σου λέει ο μαγαζάτορας και σου κλείνει το μάτι όλο νόημα. Ανταποδίδεις με ένα χαμόγελο και φεύγεις.

Κάθεσαι στο επόμενο παγκάκι που βρίσκεις και το βγάζεις από το περιτύλιγμά του. Το κοιτάς, το ξανακοιτάς, το περιεργάζεσαι και χαίρεσαι. Αυτή ήταν η λύση εξαρχής, αλλά νιώθεις καλύτερα επειδή τη κατάλαβες από μόνος σου χωρίς να σου την υποδείξει κάποιος τρίτος. Κάπως έτσι δε παίρνονται οι μεγαλύτερες αποφάσεις στη ζωή μας άλλωστε; Σε ένα παγκάκι να κοιτάμε τους ανθρώπους να περνάνε από μπροστά μας.

Όταν πνίγεστε, όταν βαλτώνετε, όταν νιώθετε πως ξαφνικά κολλήσατε, το μόνο που έχετε να κάνετε είναι ένα pause. Να σταματήσετε να σκέφτεστε, να λέτε και να τρέχετε. Καμιά κουβέντα που ειπώθηκε μέσα σε καταστάσεις πανικού, δεν ωφέλησε ποτέ κανέναν.

Τα όνειρα ποτέ δεν φεύγουν ούτε ξεπερνιούνται. Όσο πιο αδύνατα είναι στην υλοποίησή τους, τόσο το καλύτερο. Διαφορετικά δεν θα ονομαζόντουσαν όνειρα. Τίποτα δεν γυρίζει πίσω, τίποτα δεν χαρίζεται, τίποτα δεν ξεχνιέται. Και γιατί να ξεχαστεί άλλωστε. Τα όνειρα και οι επιθυμίες δεν είναι για να ξεχνιούνται. Είναι για να υλοποιούνται ώστε να μην αφήνουν πίσω τους απωθημένα.

Και στην τελική, κάπου στο τέλος θα έχετε να πείτε “Εγώ το προσπάθησα. Εγώ το τόλμησα. Εγώ ταξίδεψα. Εγώ έσπασα τα μούτρα μου. Και τώρα έχω να σου διηγηθώ την καλύτερη ιστορία του κόσμου. Εσύ τι έχεις να μου πεις;”. Το θέμα άλλωστε δεν ήταν ποτέ ο προορισμός αλλά το ταξίδι προς αυτόν.

Έχει τόση χαρά να πέφτεις και να ξανασηκώνεσαι. Να μαθαίνεις, να γεύεσαι, να βλέπεις και να βιώνεις νέα πράγματα. Σε μια ζωή που είναι γεμάτη με καινούργια πράγματα. Πως μπορούμε άλλωστε να απορρίψουμε κάτι χωρίς πρώτα να το δοκιμάσουμε; Έτσι βλέπω την ζωή. Σαν μια τεράστια θάλασσα από επιλογές και από νέες εμπειρίες. Και έτσι, σας προσκαλώ να την δείτε και εσείς.

 

You may also like