“Πέρασαν τα Χριστούγεννα κι η Πρωτοχρονιά…”, από την Κατερίνα Καραβάτου

Δεν ξέρω πώς θα φανεί αυτό, αλλά όταν λέτε πολλές φορές το ίδιο νανούρισμα και το μωρό δεν κοιμάται, δε σας έρχεται ένας μίνι νευρικός κλονισμός;
Είμαι μόνο εγώ που το παθαίνω ή υπάρχουν κι άλλοι σαν κι εμένα; Αν υπάρχουν κι άλλοι τότε εντάξει, δεν είμαι κακός άνθρωπος κι απαίσια μάνα. Αν δεν υπάρχουν άλλοι, τότε είμαι έτοιμη για βοήθεια ειδικού.
Δεν είναι τα νεύρα μου καλά, είναι φορτισμένη κάπως περίεργα η περίοδος ή διαλέγω τα λάθος τραγουδάκια;
Η αλήθεια είναι ότι μου άρεσε ένα συγκεκριμένο (που είναι και στα γαλλικά, τρομάρα μου) και από το οποίο ξέρω μόνο μια στροφή. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να επαναλαμβάνω τους ίδιους στίχους τουλάχιστον εκατό φορές το βράδυ (πραγματικό νούμερο) κι αυτό πάλι έχει δυσάρεστα αποτέλεσμα στο παρασυμπαθητικό σύστημα. Έχω ακούσει ότι οι μοναχοί λένε χαμηλόφωνα μια μικρή προσευχή για πολύ ώρα και πως αυτή η επανάληψη τους βοηθά να συγκεντρωθούν.
Εγώ λοιπόν και το μικρό καράβι που ναυαγεί μέσα στα πολύ ψηλά κύματα (αυτή είναι η υπόθεση του νανουρίσματος – οπότε έρχομαι να αναφωνήσω ως άλλος Γαλάτης: «είναι τρελοί αυτοί οι στιχουργοί»)  έχουμε ξεπεράσει τη συγκέντρωση, έχουμε ξεφύγει από τα όρια του διαλογισμού κι έχουμε φτάσει στην αντιπάθεια.

Ναι, το ομολογώ, με ακούω να το τραγουδάω και αρχίζω πλέον να έχω σπασμούς (συγνώμη τραγουδάκι, αλλά αυτή είναι η πικρή αλήθεια).
Σε προλαβαίνω και σου λέω ότι φυσικά και έχω προσπαθήσει να αλλάξω ρεπερτόριο. Εννοείται πως έχω εισάγει με δόλιους τρόπους (τα ακούμε πρώτα στο σιντί πολλές φορές για να τα συνηθίσουμε και να μας φαίνονται οικεία) τα τελευταία σουξέ της εποχής: την Άγια Νύχτα, τα Χιόνια στο Καμπαναριό και τον Μικρό Τυμπανιστή. Μάταια. Της τα τραγουδάω κι αυτά για προθέρμανση, αλλά εκείνη την ύστατη στιγμή που τα ματάκια της είναι κλειστά, το χέρι της όπως πάντα στο αυτί μου αλλά το αισθάνομαι ψιλοπαραδομένο κι από το το πολύ παπαπαμ-παμ και ντιν νταν ντον αισθάνομαι να καμπανίζει το κεφάλι μου, η Αέλια συνειδητοποιεί (?) ότι δεν έχει ακούσει το αγαπημένο της καράβι που θαλασσοδέρνεται. Πώς σου φαίνεται αυτό; Μιλάμε για εμμονή, όχι αστεία.
Τα παιδιά προφανώς από πολύ μικρά έχουν άποψη πολύ συγκεκριμένη και γούστα που διαμορφώνονται αδιόρατα όταν εσύ δεν μπορείς να το καταλάβεις.

Έχει μάθει να βάζει το αγαπημένο της τραγούδι στο cd. Μου φαίνεται περίεργο που το έχει μάθει, αλλά επειδή δεν είναι και τίποτα δύσκολο κι επειδή οι κινήσεις μου είναι συγκεκριμένες κι εύκολες στην αντιγραφή και κυρίως επειδή (τι λάθος!) τα μηχανήματα είναι ακριβώς στο πεδίο βολής της, αποφάσισα ότι το παιδάκι δε θα το στείλω στη NASA από τόσο νωρίς (αναγνωρίζω ότι την πρώτη φορά που το έκανε νόμισα ότι εγώ γέννησα τον επόμενο Αϊνστάιν, αλλά ευτυχώς η παράκρουση κράτησε λίγα δευτερόλεπτα). Όπως και να ‘χει, η Αέλια πηγαίνει και βάζει μόνη της το cd γιατί θέλει να ακούσει το «λαγό». Αυτός ο λαγός πάλι έχει το πρόβλημα ότι τον κυνηγάει από πίσω ένας κυνηγός για να τον σκοτώσει κι έχει μαζί του κι ένα σκύλο που επίσης κυνηγάει το λαγό, έχοντας άγριες προθέσεις γενικότερα. Χριστιανικά πράγματα.

(δεν ειναι η Αέλια, πηγή: Google)

Εν πάση περιπτώσει, το θέμα είναι ότι όταν πρωτοπήγε για να ακούσει το περίφημο «λαλα» εγώ κατάλαβα ότι θέλει να ακούσει τραγουδάκια. Έβαζα λοιπόν Μότσαρτ για παιδιά, την ώρα που η Αέλια ήταν έτοιμη για τα παλαμάκια που συνοδεύουν την έλευση του φοβισμένου λαγού. Απόλυτη διάσταση απόψεων. Τι να χορεύω, τι να την παίρνω αγκαλιά, τι να της κάνω το μαέστρο μπας και συγκινηθεί! Ο Μότσαρτ και οι φίλοι του την αφήνουν παγερά αδιάφορη (αυτό είναι μεγάλο πλήγμα για μένα και τον πατέρα της, που προφανώς θα θέλαμε να είναι ναι μεν πυρηνικός φυσικός, αλλά παράλληλα να γράφει και άριες). Κατάλαβα καθυστερημένα ότι το «λα-λα» σημαίνει σε συντομογραφία(λα)γός – (λα)γός και συνειδητοποίησα ότι αν εγώ μπορώ να ακούω το εκάστοτε τραγούδι που μου έχει κολλήσει πάνω από πενήντα φορές στο replay, τότε μάλλον μπορεί κι εκείνη, γιατί το DNA είναι άτιμο και δεν μπορείς να τα βγάλεις εύκολα πέρα μαζί του.
Το γεγονός ότι, ενώ της έχω πει με όλους τους τρόπους πως τραγουδάκια θα της βάζει μόνο η μαμά και ότι δεν είναι σωστό να ανοίγει τη σιντιέρα, να βγάζει το cd και να βαράει τα γλυκά της χεράκια εκεί πάνω με δύναμη, αυτή δε με ακούει θα το αναλύσω σε κάποιο άλλο πόνημα με τίτλο «στου κουφού την πόρτα, όσο θέλεις βρόντα» ή κάπως έτσι.

Η άλλη εμμονή είναι τα τάπερ της κουζίνας (κι έχω πει του Κρατερού να βάλει από εκείνα τα πραγματάκια που δεν αφήνουν το ντουλάπι ν’ ανοίξει, αλλά τίποτα αυτός, όλο στα θέατρα είναι!).
Κι ενώ λοιπόν εκείνος είναι στα θέατρα, εγώ κυνηγάω την κόρη μας στη μάχη με το πλαστικό. Και φυσικά κερδίζει η κόρη μας. Έχει πια τελειοποιήσει την τεχνική της και μέσα σε ενάμιση δευτερόλεπτο βγάζει όλα αυτά που βρίσκονται μπροστά με απώτερο σκοπό να χωθεί μέσα στο ντουλάπι για να βγάλει έξω και όλα τα υπόλοιπα.
Η Αέλια είναι ένα παιδάκι που δεν κάνει διακρίσεις. Δεν αφήνει κανένα παραπονεμένο (κυρίως όσον αφορά στα τάπερ). Μπορεί τα μεγάλα να έχουν χωρητικότητα, αλλά και τα μικρά έχουν κι αυτά ψυχή και μπορούν με χαρά να συμμετέχουν στο παιχνίδι της. Όχι, αυτό πρέπει να της το αναγνωρίσω, δεν είναι ρατσίστρια, δε θέλει να δημιουργεί θέματα, είναι ένας απλός άνθρωπος που χαίρεται με τα μικρά και τα απλά πράγματα της ζωής. Γι’ αυτό αν με κάποιους από σας γνωριζόμαστε κι έρχεστε σπίτι, μη φέρνετε άλλα παιχνίδια, όσο ωραία κι αν είναι. Μπορείτε να αρχίσετε να φέρνετε τάπερ. Για μένα. Γιατί από το πολύ πλύσιμο έχουν αρχίσει και λιώνουν…(ένεκα η μικροβιοφοβία που μετά την εγκυμοσύνη έχει αρχίσει και εξαπλώνεται μέσα μου μαζί με τα εκζέματα έξω μου).

Καθόλου εορταστικό το άρθρο. Δεν πειράζει.
Ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος!

You may also like