Είναι προνόμιο να μιλάς ελληνικά, από τη Ζέττη Βαρδάκη

speak-greekΤα Ελληνικά είναι «νοηματική» γλώσσα. Δηλαδή το σημαίνον (λέξη) και το σημαινόμενο (έννοια) έχουν προωτογενή σχέση.  Ο φιλόσοφος και μαθηματικός Βένερ Χάιζενμπεργκ είχε παρατηρήσει αυτή την σημαντική ιδιότητα για την οποία είχε πει «Η θητείαμου στην αρχαία Ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. Στην γλώσσα αυτή υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στην λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο».  Και επειδή “Ἀρχή σοφίας ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις“, όπως έλεγε ο Αντισθένης, ας δούμε κάποια παραδείγματα.

ἄρχων < ἄρα(: γη) + ἔχων => ἀρχοντας (αφού η κατοχή γης ήταν προϋπόθεση εξουσίας)
βοηθός <(βοή (φωνή) + θέω (: τρέχω ) => αυτός που τρέχει στο κάλεσμα.
ἀστήρ < ἀ στερητικό + θέμα -στη του ἵστημι (: στέκομαι) => αυτός που δεν στέκεται, που κινείται ( οι αρχαίοι είχαν μελετήσει τις κινήσεις των άστρων).
φθόνος < φθίνω (: μειώνω) => αυτός που που μειώνει, καταστρέφει.
ἄφθονος < ἀ στερητικό + φθίνω => κάτι που δεν φθίνει, δεν τελειώνει.
ὡραῖος < ὥρα => αυτό που είναι στην (καλύτερη) ώρα του.
ἐλευθερία < ἐλεύθω (:πηγαίνω) +ἐρῶ (: αγαπώ) => το να πηγαίνεις όπου αγαπάς.
ἄγαλμα < ἀγάλλομαι (: ευχαριστιέμαι) => αυτό που ευχαριστεί ( θεούς ή θνητούς).
ἀγαλλίασις < ἀγάλλομαι + ἴαση(: γιατρειά) => η ευχαρίστηση που γιατρεύει.
πειρούνι < πείρω (: τρυπώ).
οἰσοφάγος < οἴσω (μέλλοντας του φέρω) + ἔφαγον => το όργανο που μεταφέρει την τροφή.

Από τα παραπάνω προκύπτει ακόμη ένα συμπέρασμα: η ορθογραφία των λέξεων – το ότι υπάρχουν πολλά γράμματα για τον ίδιο ήχο (π.χ. η, ι, υ, ει, οι ) – δεν αποτελεί παράγοντα δυσκολίας, αντιθέτως η ορθογραφία υπηρετεί το να γίνεται κατανοητή η ετυμολογία της λέξης και μέσω αυτής η σημασία της. Για παράδειγμα η λέξη κρυμμένος (αυτός που έχει κρυφθεί) φυσικά δεν θα μπορούσε να γραφεί «κριμένος» (αυτός που έχει κριθεί). Όποιος καταλάβει τη λογική της ορθογραφίας των ελληνικών λέξεων δεν δυσκολεύεται να γράφει σωστά!

Είναι προνόμιο να μιλάς Ελληνικά:Η Ελληνική γλώσσα δεν έκρυβε μόνο σοφία είχε και μουσικότητα. Στην αρχαιότητα η γλώσσα ονομαζόταν «αὐδή» από το ρήμα «ἄδω» = τραγουδώ.
Όπως γράφει και ο μεγάλος ποιητής και ακαδημαϊκός Νικηφόρος Βρεττάκος:
«Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φώς θα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως ένα ποταμάκι που μουρμουρίζει. Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω αγγέλους, θα τους μιλήσω Ελληνικά, επειδή αυτοί δεν ξέρουνε γλώσσες, μιλάνε μεταξύ τους με μουσική».
Ο Κικέρων έγραψε:
“Εάν οι θεοί μιλούν, τότε σίγουρα χρησιμοποιούν την γλώσσα των Ελλήνων!”
Ο Γκαίτε έγραψε:
“Άκουσα στον Άγιο Πέτρο της Ρώμης το Ευαγγέλιο σε όλες τις γλώσσες. Η ελληνική αντήχησε άστρο λαμπερό μέσα στη νύχτα.”
Ο Γιάννης Ξενάκης είπε:
“Η μουσικότητα της ελληνικής γλώσσης είναι εφάμιλλος της συμπαντικής.”
Είναι προνόμιό σου να μιλάς ελληνικά, αλλά δεν είναι δικαίωμά σου να τα αλλοιώνεις
Τα ελληνικά είναι αρχαία γλώσσα που μιλιέται και γράφεται αδιαλείπτως μέχρι σήμερα. Βέβαια έχουν επέλθει πολλές αλλαγές στο πέρασμα των αιώνων, αλλά η μετεξέλιξη στη γλώσσα είναι κάτι απολύτως φυσιολογικό, αφού η γλώσσα ως ζωντανός οργανισμός παρακολουθεί τη ζωή των ανθρώπων που τη μιλούν και εξυπηρετεί τις ανάγκες τους.
Το θέμα δεν είναι οι αλλαγές αλλά οι αλλοιώσεις στη γλώσσα, όπως αυτή της  «μεταρρύθμισης» του 1981, όταν καταργήθηκε η περισπωμένη, τα πνεύματα και το τελικό –ν (εκτός εξαιρέσεων).  Αυτές τις παρεμβάσεις είχε σχολιάσει τότε ο Οδ. Ελύτης με περισσή ειρωνεία στο κείμενο ΓΙΑ ΜΙΑΝ ΟΠΤΙΚΗΝ ΤΟΥ ΗΧΟΥ:
«Πονάει δόντι, βγάζει δόντι, ποὺ ἔλεγαν οἱ παλαιοί. Πονάει περισπωμένη, βγάζει περισπωμένη· πονάει δασεῖα, βγάζει δασεῖα. Καὶ λαμπρὰ ταιριάζουν ὅλα.[…]  Κανένας Ἡρώδης δὲν θὰ τολμοῦσε νὰ διατάξει τέτοιαν γενοκτονία, ὅπως αὐτὴ τοῦ τελικοῦ -ν· ἐκτὸς κι ἂν τοῦ ᾿λειπε ἡ ὀπτικὴ τοῦ ἤχου.”
Τα τελευταία χρόνια η γλώσσα αντιμετωπίζει καινούργιο εχθρό και φοβάμαι ότι θα έχει τα η μοίρα των καταστραμένων κάστρων που έπεσαν γιατί τα πρόδωσαν από μέσα. Ο λόγος για την  απαράδεκτη αλλοίωση που υφίσταται η γλώσσα με τα greeklish.
(…)

Το προνομιο του να μιλάς ελληνικά....Είναι προνόμιο να μιλάς Ελληνικά:
Είναι προνόμιο να μιλάς Ελληνικά, μια γλώσσα που έχει λέξεις για έννοιες οι οποίες παραμένουν χωρίς απόδοση στις υπόλοιπες γλώσσες, όπως άμιλλα, θαλπωρή, παρέα, φιλότιμο, αἰδώς. Μόνον η Ελληνική γλώσσα ξεχωρίζει τη ζωή από το βίο, την αγάπη από τον έρωτα. Μόνον αυτή διαχωρίζει, διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα, το ατύχημα από το δυστύχημα, το συμφέρον από το ενδιαφέρον.
Η Ελληνική έχει 5.000.000 λέξεις. Κάθε ελληνική λέξη-όρος φέρει ένα βαρύ φορτίο νόησης, φορτίο που οι προγενέστεροι “εξόδευσαν”, για να κατακτήσουν γνωστικά τη συγκεκριμένη έννοια και να την “βαπτίσουν” με το συγκεκριμένο όνομα-λέξη.

Ο πλούτος της γλώσσας ενός λαού είναι μάρτυρας του βάθους της σκέψης του. Για παράδειγμα: Οι Ελληνες χρησιμοποιούσαν τη λέξη ἄγαλμα από το ἀγάλλομαι (ευχαριστιέμαι) για να ονομάσουν τα ομοιώματα προς τιμήν των θεών και των θνητών. Οι Λατίνοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη statua (από το ρήμα ἵστημι) που σημαίνει αυτό που στέκεται. Από δω φαίνεται η τεράστια διαφορά στη φιλοσοφία μεταξύ των δύο γλωσσών και των δύο πολιτισμών και επιβεβαιώνεται ότι: «Ἀπλή γλώσσα σημαίνει και απλή σκέψη»

Είναι προνόμιο να μιλάς Ελληνικά: τη γλώσσα όπου πρωτογράφτηκε ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, θέατρο, μαθηματική θεωρία, αστρονομία, ιατρική.

Είναι προνόμιο να μιλάς Ελληνικά:
Είναι γνωστό ότι στις Ευρωπαϊκές γλώσσες υπάρχουν χιλιάδες ελληνικές λέξεις για να αποδοθούν όροι της επιστήμης, της πολιτικής, του δικαίου, της τέχνης.
Εκείνο όμως που είναι εξ ίσου αξιόλογο είναι να αναγνωρίζουμε ελληνικές λέξεις μέσα στην καθομιλουμένη των Ευρωπαϊκών γλωσσών και να προσπαθούμε να παρακολουθήσουμε το σαγηνευτικό γλωσσικό τους ταξίδι. Γιατί; Γιατί η αναζήτηση της ετυμολογικής ρίζας των λέξεων είναι στην πραγματικότητα η αναζήτηση της συναρπαστικής ανάμειξης και αλληλεπίδρασης των πολιτισμών.

Ας πάρουμε κάποιες λέξεις της αγγλικής γλώσσας:
carat < αραβικά qirat < μεσαιωνκά λατ. caratus < αρχ. κεράτιον (κερατάκι) που σήμαινε το κουκούτσι του χαρουπιού που το χρησιμοποιούσαν σαν μέτρο βάρους.
money < Μονήτης, επίθετο της Ήρας στο τέμενος της οποίας βρισκόταν το νομισματοκοπείο στη Ρώμη.
bank από το λατινικό pango (συμφωνώ, συνάπτω) < αρχ. πήγνυμι.

Πηγή: προσωπικό mail

You may also like