Ήταν το πιο διάσημο… μωρό της μεγάλης οθόνης. Κυριολεκτικά! Άλλωστε, δύσκολα κάποιος θα πει πως τη θυμάται ενήλικη σε κάποιο ρόλο. Σήμερα γνωρίζουμε τη Shirley Temple, το πρώτο «παιδί-θαύμα» της μεγάλης οθόνης.
Η Shirley Jane Temple γεννήθηκε στις 23 Απριλίου του 1928 στη Santa Monica της California κι ήταν η κόρη της νοικοκυράς Gertrude Amelia Temple και του τραπεζικού υπαλλήλου George Francis Temple. Λες κι η κα Temple είχε «δει» κάτι στην κόρη της, την ενθάρρυνε να αναπτύξει τα ταλέντα της στο χορό, το τραγούδι και την υποκριτική, ενώ όταν η Shirley ήταν περίπου 2,5 ετών, την έγραψε στη Σχολή Χορού Meglin στο Los Angeles. Εκεί την εντόπισε ο διευθυντής του τμήματος casting της Educational Pictures, Charles Lamont. Παρά τα «νάζια» της Shirley, η οποία κρύφτηκε… πίσω από το πιάνο, ο Lamont την πέρασε από οντισιόν και το 1932 της έκανε συμβόλαιο για τη νέα παραγωγή «Baby Burlesks». Στην σειρά αυτή που αποτελείτο από ταινίες μικρού μήκους πρωταγωνιστούσαν νήπια που το καθένα υποδυόταν κάποιον πολιτικό ή κάποια διασημότητα, δίνοντας στην παραγωγή ένα σατιρικό χαρακτήρα. Επειδή, όμως, τα παιδιά ντύνονταν σαν ενήλικοι με αντίστοιχους διαλόγους, η σειρά θεωρήθηκε εκμεταλλευτική. To 1932 η Shirley Temple έκανε περάσματα από διαφημιστικά spots, πήρε ένα μικρό ρόλο στην ταινία «The Red-Haired Alibi» και μερικούς ακόμα σε ταινίες της Universal και της Paramount Pictures, μέχρι που το 1933 η Educational Pictures χρεοκόπησε.
1934: Αστέρι… μέσα σε μόλις ένα χρόνο
Αναγνωρίζοντάς την από το ρόλο της στο «Frolics of Youth», το οποίο μόλις είχε παρακολουθήσει, και βλέποντάς τη να χορεύει στο lobby του κινηματογράφου, ο Jay Gorney, συνθέτης της Fox Films, κανόνισε να περάσει η Shirley Temple για οντισιόν για την ταινία «Stand Up and Cheer!». Η μικρή Shirley κέρδισε το ρόλο κι υπέγραψε συμβόλαιο για αμοιβή εκατόν πενήντα δολαρίων τη βδομάδα για δύο εβδομάδες. Κατά τα γυρίσματα η Shirley Temple κυριολεκτικά μάγεψε τους παραγωγούς, όπως και λίγο αργότερα με τη σκηνή όπου τραγουδούσε με τον James Dunn για την ταινία «Baby Take a Bow». Έτσι παρατάθηκε για ένα χρόνο το συμβόλαιό της, ενώ η μητέρα της Shirley, Gerturde, προσελήφθη με μισθό είκοσι πέντε δολαρίων την εβδομάδα ως κομμώτρια και καθοδηγήτριά της. Το «Stand Up and Cheer!» κάνει πρεμιέρα το Μάιο του 1934 και γίνεται εισπρακτική επιτυχία, ενώ η μόλις έξι ετών Shirley ταυτίζεται με την οικογενειακή διασκέδαση, ενώ ένα μήνα μετά τη ζητάει ως δανεική η Paramount Pictures για την ταινία «Little Miss Marker».
Σύντομα, όμως, οι γονείς της αντιλήφθηκαν πως η αμοιβή της Shirley δε συμβάδιζε με τίποτα με τα κέρδη των ταινιών που πρωταγωνιστούσε η μικρή, ενώ άρχισε να τους ενοχλεί η εμφάνιση της Shirley σε εμπορικά προϊόντα χωρίς την έγκρισή τους (κούκλες, φορέματα που φορούσε στις ταινίες κλπ.). Έτσι η οικογένεια προσέλαβε ένα δικηγόρο για να διεκδικήσει τα δικαιώματά τους. Τελικά η αμοιβή της Shirley αυξήθηκε στα χίλια δολάρια τη βδομάδα κι εκείνη της μητέρας της στα διακόσια πενήντα δολάρια τη βδομάδα, ενώ επίσης θα έπαιρναν κι ένα bonus δεκαπέντε χιλιάδων δολαρίων με την ολοκλήρωση κάθε ταινίας.
Στα τέλη του 1934 προβάλλεται η ταινία «Bright Eyes», προσαρμοσμένη ειδικά για τα ταλέντα της Shirley Temple. Στην ταινία η Temple υποδύεται την κόρη της υπηρέτριας μίας πλούσιας οικογένειας, που μόλις εκείνη πεθαίνει σε αυτοκινητικό ατύχημα, τη μικρή αναλαμβάνει ο πατριάρχης της οικογένειας, ενώ η κηδεμονία της γίνεται ζήτημα δικαστικής διαμάχης ανάμεσα σε αυτόν και το νονό της μικρής. Το τραγούδι της ταινίας «On The Good Ship Lollipop» γίνεται αμέσως επιτυχία και πωλούνται περίπου πεντακόσιες χιλιάδες αντίτυπα της παρτιτούρας του τραγουδιού. Το Φεβρουάριο του 1935 απονέμεται στη Shirley Temple ένα Oscar μινιατούρα – ιδανικό για τα μικροσκοπικά χεράκια της! – για τα επιτεύγματά της για τη χρονιά που πέρασε. Ένα μήνα μετά τα αποτυπώματα των χεριών και των ποδιών της προστέθηκαν στο προαύλιο του Grauman Chinese Theatre.
Το 1935 η Fox Films ενοποιείται με τη Twentieth Century Pictures και γίνεται η 20th Century Fox. Ο επικεφαλής των στούντιο και παραγωγός Darryl F. Zanuck αφιερώνει όλην του την προσοχή στην Temple, κάνοντάς τη το μεγαλύτερο «όπλο» της εταιρείας. Για να το πετύχει αυτό, αναθέτει σε δεκαεννέα σεναριογράφους να γράψουν έντεκα ιστορίες αποκλειστικά για την Temple, καθώς και κάποιες διασκευές κλασσικών έργων. Κατά βάση η Shirley Temple υποδυόταν τον καταλύτη για να τα ξαναβρούν οι απομακρυσμένοι γονείς της, κάτι σαν την καλή νεράιδα. Συχνά έπαιζε την ορφανή, είτε από μητέρα είτε από πατέρα, ή ακόμη κι απολύτως μόνη σε ένα απαίσιο ορφανοτροφείο. Ήταν η συνταγή της επιτυχίας: το κοριτσάκι που κερδίζει κάθε «στριμμένο» και που γενικότερα συμβόλιζε το «και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα». Σύμφωνα, μάλιστα με τη βιογράφο Anne Edwards, κάθε χαρακτήρας της Temple σχεδιαζόταν έτσι ώστε να δώσει χαρά, ελπίδα κι αισιοδοξία στο κοινό, ενώ ο πρόεδρος Roosevelt είπε «είναι υπέροχο που κάθε πολίτης μπορεί με δεκαπέντε σεντς να πάει στο σινεμά, να δει το χαμογελαστό προσωπάκι ενός παιδιού και να ξεχάσει τις έγνοιες του».
Μετά το «Bright Eyes» ακολουθούν το «The Little Colonel», το «Our Little Girl», το «Curly Top» και το «The Littlest Rebel» μέσα στην ίδια χρονιά (1935), με τις εβδομαδιαίες απολαβές της Shirley Temple να έχουν φτάσει μέχρι το τέλος του έτους τις δυόμιση χιλιάδες δολάρια. Το 1936 βγαίνουν το «Captain January», το «Poor Little Rich Girl», το «Dimples» και το «Stowaway».
Το 1937 ο John Ford σκηνοθετεί το «Wee Willie Winkie», με το σενάριο να βασίζεται σε μία ιστορία του Rudyard Kipling. Η ταινία λαμβάνει διθυραμβικές κριτικές και τα κέρδη εκτοξεύονται. Παράλληλα, όμως, γίνεται κι αντικείμενο δικαστικής διαμάχης μεταξύ της 20th Century Fox και του Βρετανού κριτικού Graham Greene, ο οποίος σχεδόν κατηγορούσε την εταιρεία πως έκανε την Temple να εμφανίζεται ως «μικρομέγαλη». Την υπόθεση κέρδισαν τα στούντιο, με το πόσο των τριών χιλιάδων δολαρίων που πήρε ως αποζημίωση να κατατίθενται σε λογαριασμό της Temple σε βρετανική τράπεζα. Όταν η Temple έγινε 21 ετών, έδωσε τα χρήματα σε φιλανθρωπίες στην Αγγλία.
Την ίδια χρονιά προβάλλεται η «Heidi», η γνωστή ιστορία της μικρούλας που πηγαίνει να ζήσει με τον ερημίτη παππού της, κλείνοντας έτσι κοντά μία δεκαετία συνεχούς παρουσίας της Temple στα κινηματογραφικά δρώμενα.
1938-1950: Η αλλαγή κι η αποχώρηση
Το 1938 κι ενώ η Shirley Temple απολαμβάνει τη δημοσιότητα, βγαίνουν στη μεγάλη οθόνη άλλες τρεις ταινίες, το «Rebecca of Sunnybrook Farm», το «Little Miss Broadway» και το «Just Around the Corner». Οι δύο πρώτες χαίρουν της εκτίμησης κοινού και κριτικών, αλλά η τελευταία είναι η πρώτη ταινία της Temple που δεν πάει τόσο καλά εισπρακτικά. Θεωρώντας πως για το γεγονός πως η Temple… μεγάλωσε, ο Zanuck αποφασίζει να γυρίσει τη «Μικρή Πριγκίπισσα», με το budget της ταινίας να αγγίζει το ενάμιση εκατομμύριο δολάρια, ώστε η ταινία να λειτουργήσει ως μέσο ώστε η Temple να αρχίσει να υποδύεται ρόλους που αντιστοιχούν στην ηλικία της. Κι αν κι η «Μικρή Πριγκίπισσα» πάει καλά, ο Zanuck απορρίπτει την Temple για το ρόλο της Dorothy στο «Μάγο του Oz» και της δίνει ρόλο στο «Susannah of the Mounties», η οποία, όμως είναι κι η τελευταία της ταινία για τη 20th Century Fox που ήταν εισπρακτική επιτυχία. Το άστρο της Shirley Temple έμοιαζε να ξεθωριάζει και σε ηλικία δώδεκα ετών οι γονείς της στην έστειλαν στο σχολείο θηλέων Westlake στο Los Angeles.
Ένα χρόνο μετά την αποχώρησή της από την 20th Century Fox, η Temple προσπάθησε να επανέλθει στο προσκήνιο, με την αρχή να γίνεται με τη σειρά»Andy Hardy» με τους Judy Garland και Mickey Rooney. Με το φόβο όμως, πως η Temple θα τους επισκίαζε, η μόνη ταινία που γύρισε για την MGM ήταν η «Kathleen» το 1941, η οποία, όμως, μόνο επιτυχία δεν ήταν, όπως και το «Miss Annie Rooney» το 1942.
Μέχρι το 1944 η Temple απέχει από το σινεμά. Τη χρονιά εκείνη ο παραγωγός David O. Selznick κάνει τετραετές συμβόλαιο με την Temple, αλλά μετά από δύο ταινίες, χάνει το ενδιαφέρον του κι η Temple πηγαίνει δανεική σε άλλες εταιρείες παραγωγής, γυρίζοντας μεταξύ άλλων το «Kiss and Tell» και το «Fort Apache», κάποιες από τις επιτυχημένες της ταινίες για την περίοδο.
Αν κι οι ταινίες της περιόδου 1947-1949 (πχ. «That Hagen Girl» & «The Story of Seabiscuit» δεν ήταν ζημιογόνες για κανέναν, πολλοί είπαν πως η Temple είχε πια τυποποιηθεί, κι εφόσον δεν ήταν πια το χαμογελαστό κοριτσάκι με τις μπούκλες, θα έπρεπε ίσως ακόμη και να αλλάξει όνομα. Τελικά, παραδεχόμενη πως η καριέρα της έφτασε στο ανώτερο που μπορούσε να φτάσει, ανακοίνωσε την αποχώρησή της το 1950, οπότε κι αφιερώθηκε πια στο δεύτερο γάμο της με τον αξιωματικό του Ναυτικού Charles Alden Black (σε ηλικία 17 ετών είχε γνωρίσει και παντρευτεί το λοχία John Agar, με τον οποίο απέκτησε μία κόρη το 1948, ενώ χώρισαν την επόμενη χρονιά).
Το 1958 η Shirley Temple παρουσιάζει το «The Shirley Temple’s Storybook» στο κανάλι NBC, όπου η Temple αφηγούνταν τα πιο γνωστά παιδικά παραμύθια, ενώ σε τρία τα δεκαέξι επεισόδια της σειράς ερμήνευσε και ρόλους. Λόγω των τεχνικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε, η σειρά επανήλθε σε έγχρωμη απεικόνιση το 1960, μόνο για να βρεθεί απέναντι σε άλλες σειρές, όπως τη «Lassie» και το «Maverick» και να κλείσει τον κύκλο της ένα χρόνο μετά. Από εκεί κι ύστερα η Temple κάνει μόνο αραιές guest εμφανίσεις, με μόνη εξαίρεση το 1999 που παρουσίασε τα βραβεία «100 χρόνια AFI… 100 stars».
Πολιτική πορεία
Τη δεκαετία του ’60 και με αφορμή τις τηλεοπτικές της δουλειές, η Shirley Temple αποφασίζει να δραστηριοποιηθεί στην California με τους Ρεπουμπλικανούς, αλλά το 1967 χάνει από τον καθηγητή νομικής Pete McCloskey τις ειδικές εκλογές που διεξήχθησαν ώστε να καλυφθεί η θέση του εκλιπόντος J. Arthur Younger. Αυτό όμως, δεν τη σταμάτησε, αντίθετα διορίστηκε αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στην 24η Σύνοδο των Ηνωμένων Εθνών το 1969 και για δύο χρόνια (1974-1976) διετέλεσε πρέσβειρα των ΗΠΑ στη Γκάνα. Τέλος ήταν η πρώτη Αμερικανίδα Πρέσβειρα των ΗΠΑ στην Τσεχοσλοβακία επί κομμουνιστικού καθεστώτος, με σημαίνοντα ρόλο στις εκεί πολιτικές εξελίξεις.
Ακόμη η Shirley Temple ήταν η πρώτη διάσημη που μίλησε ανοιχτά για τον καρκίνο του μαστού. Η ίδια είχε διαγνωστεί με καρκίνο το 1972 και προχώρησε στη – ριζοσπαστική για την εποχή – μαστεκτομή. Η ανακοίνωση έγινε λίγο καιρό μετά σε όλα τα μέσα ενημέρωσης.
Η Shirley Temple έφυγε από τη ζωή στις 10 Φεβρουαρίου του 2014 σε ηλικία 85 ετών κοντά στην οικογένειά της από φυσικά αίτια. Κι αυτό που πάντα θα θυμόμαστε σίγουρα θα είναι ένα χαμογελαστό κοριτσάκι με τις μπούκλες της να χοροπηδάνε σε κάθε σβούρα όταν χορεύει.