από τη Ναταλία Αργυράκη-Δημοσιογράφο
* η Ναταλία Αργυράκη ειναι δημοσιογράφος στο περιοδικό ΟΚ και έχει το δικό της blog το the-red-studio.blogspot από το οποίο αναδημοσιεύουμε το κείμενο
από τη Ναταλία Αργυράκη-Δημοσιογράφο
* η Ναταλία Αργυράκη ειναι δημοσιογράφος στο περιοδικό ΟΚ και έχει το δικό της blog το the-red-studio.blogspot από το οποίο αναδημοσιεύουμε το κείμενο
Πρεμιέρα έκανε επιτέλους το σίκουελ του «Αγώνες Πείνας», ονόματι Catching Fire, στα πλαίσια των MTV Movie Awards. Αν και οι παραγωγοί επέλεξαν για άλλη μια φορά να μην αποκαλύψουν στοιχεία από την πλοκή της ταινίας.
Πάντως το κοινό είχε την ευκαιρία να δει για πρώτη φορά τον Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν που αποτελεί και την τελευταία προσθήκη στο cast, που ήδη αποτελείται από τους Jennifer Lawrence, Josh Hutcherson, Liam Hemsworth .
Η ταινία θα προβληθεί στις αμερικάνικες αίθουσες το Νοέμβριου του 2013.
Πηγή: iefimerida.gr
Όλοι έχουμε παρακολουθήσει έστω και μια ταινία του Tim Burton. Ο δημοφιλής σεναριογράφος, παραγωγός και σκηνοθέτης ξεκίνησε την καριέρα του τη δεκαετία του ’80, όταν συμμετείχε στη δημιουργία ταινιών της Disney. Λίγο αργότερα κυκλοφόρησε τις δύο πρώτες δικές του ταινίες μικρού μήκους, το εξάλεπτο, ασπρόμαυρο αφιέρωμα στον ηθοποιό και σεναριογράφο Vincent Price με τίτλο ‘Vincent’ . Το 1984 δημιούργησε την, εικοσιεπτά λεπτών, ταινία ‘Frankenweenie’, η οποία χαρακτηρίστηκε ακατάλληλη για τα παιδιά, με σκοπό να απαγορευτεί η κυκλοφορία της.
Το ‘Frankenweenie’ εντυπωσίασε τον ηθοποιό και παραγωγό Paul Reubens, ο οποίος το 1985 σκηνοθέτησε το κινηματογραφικό ντεμπούτο του Burton στην ταινία ‘Pee-wee’s Big Adventure’. Η ταινία ήταν επιτυχής και ανέδειξε τον Tim Burton στον σπουδαίο κινηματογραφιστή που είναι μέχρι σήμερα. Οι δύο ταινίες του Batman (1989, 1992), το ‘Edward Scissorhands’(1990), το ‘Beetle Juice’ (1988), ‘The Nightmare Before Christmas’(1993) το ‘Big Fish’(2003) και το ‘Charlie and the chocolate factory’, είναι μερικές από τις πιο διάσημες κινηματογραφικές δημιουργίες του.
Μέσα από τις ταινίες του Tim Burton, γνωρίσαμε και αγαπήσαμε ιδιαίτερους χαρακτήρες, τους οποίους απολαμβάνουμε όσα χρόνια και αν περάσουν από την κυκλοφορία τους. Οι παρακάτω χαρακτήρες αντιπροσωπεύουν και συνδέονται αμέσως με το όνομα του ιδιαίτερου σκηνοθέτη.
Πηγές: http://whatculture.com/
Συνάντησα τον Μέμο Μπεγνή στο καμαρίνι του λίγο πριν την έναρξη της παράστασης «Θα σε πάρω να φύγουμε». Νομίζω ότι το μόνο που μπορώ να σας πω με σιγουριά είναι ότι δεν θα σταματήσει πότε να με ενθουσιάζει η συζήτηση με ενδιαφέροντες και υπέροχους ανθρώπους, όπως ο Μέμος Μπεγνής. Τα υπόλοιπα σε ότι αφόρα στην παράσταση, στηνοποία πρωταγωνιστεί και άλλα, θα τα διαβάσετε πιο κάτω από τον ίδιο.
Λίνα Γριβογιάννη : Συμμετέχεις σε μία υπερπαραγωγή «Θα σε πάρω να φύγουμε», υποδυόμενος τον «Παύλο Μεγαλοπιασμένο», πόσο εύκολη ή δύσκολη ήταν η προετοιμασία για αυτό το ρόλο;
Μέμος Μπεγνής: Όταν μιλάμε για ρόλους σε αυτή την παράσταση, δεν μιλάμε για ρόλους που έχουν μία αρχή και μια συνέχεια. Αυτού του είδους η παράσταση είναι επιθεώρηση, είναι μία ιστορία με κομματάκια, κομματάκια, δεν μπορώ λοιπόν να μιλήσω για ένα ρόλο τον οποίο έχτισα. Δεν έχει αρχή, μέση, τέλος, είναι ένας ρόλος αλληγορικός. Αυτό το πρόσωπο, όπως ο «Αριστερός» που είναι ο Μιχάλης Μαρίνος και η «Κυρία Επιθεώρηση» που είναι ο Αντώνης Λουδάρος είναι πρόσωπα μη υπαρκτά. Είναι η Ελλάδα-Επιθεώρηση, προσωποποιημένη, ανθρωποποιημένη στον Αντώνη και όπως και η επιθεώρηση και η Ελλάδα πάντα φλέρταραν με την Αριστερά λόγω πεποιθήσεων, και με τη Δεξιά λόγω ασφάλειας για την εξουσία, για να είναι μες τα πράγματα. Έτσι φλερτάρει και η «Κυρία Επιθεώρηση» με έναν Αριστερό και έναν Δεξιό.
Όποτε έχουμε έναν δεξιό αυταρχικό λιγάκι, όπως είναι πάντα η δεξιά, αστός , τρυφερός γιατί την αγάπησε πραγματικά, και όταν μιλάμε για το τέλος της παράστασης που είναι το 1967 και είναι η χούντα, με αποκαθιστά λίγο η «Κυρία Επιθεώρηση» λέγοντας ότι : « ο Παύλος, δεν έγινε πότε δικός τους, με αγάπησε με στήριξε, με έβγαζε από τα αστυνομικά τμήματα όταν εγώ πέταγα τις ατάκες μου και με πιάνανε.» Με αποκαθιστά διευκρινίζοντας ότι δεν είναι ένας δεξιός φασίστας.
Σε ότι αφορά στην πρόκληση του ρόλου, για μένα ήταν προκλήση το χορευτικό κομμάτι του ρόλου, γιατί δεν έχω χορέψει, τόσο πολύ σε παράσταση. Αλλά μου βγήκε σε καλό γιατί ανακάλυψα πόσο μου αρέσει ο χορός και πόσο ψυχοθεραπεύτικος είναι, και δουλεύοντας με τον Φωκά (Ευαγγελινό) που είναι ένας υπέροχος άνθρωπος και επαγγελματίας.
Λίνα Γριβογιάννη: Ποιό είναι το αίσθημα που εισπράττεις από τον κόσμο, στο τέλος της παράστασης;
Μέμος Μπεγνής: Αυτό είναι κάτι το συγκλονιστικό. Εκτός του ότι έχει πια χαρακτηριστεί «η παράσταση της χρονιάς» και από Τετάρτη μέχρι και Κυριακή έχουμε 2500 κόσμο, είναι τέτοια η ενέργεια και η αύρα που έρχεται από τον κόσμο, γιατί χειροκροτά πολύ και συνέχεια, τραγουδάει μαζί μας, σηκώνεται όρθιος, έρχεται στα καμαρίνια συγκλονισμένος να μας συγχαρεί και να μας ευχαριστήσει. Είναι υπέροχο αυτό που συμβαίνει δεν υπάρχει καμιά απόσταση ανάμεσα σε εμάς και το κοινό. Είναι σαν να είμαστε ένα.
Λίνα Γριβογιάννη: Σπουδές σε μουσική, τραγούδι, διατηρείσαι σε πολύ καλή φυσική κατάσταση. Είναι ένα είδος πρωταθλητισμού η ζωή σου;
Μέμος Μπεγνής: Όχι. Εγώ το βλέπω ότι είμαι τυχερός γιατί κάνω μία δουλειά που μου αρέσει πάρα πολύ. Πολλοί άνθρωποι , κάνουν δουλειές που δεν τους αρέσουν και είναι πολύ μεγάλη δυστυχία αν δεν καλύπτεσαι και την κάνεις γιατί κάποιοι την επέλεξαν για σένα, ή γιατί βρέθηκες αγχωμένος για το μέλλον και πιάστηκες από κάτι συγκεκριμένο. Ναι πάντα αυτό ήθελα να κάνω, μουσικά πράγματα πιο πολύ, επειδή ξεκίνησα ως πιανίστας. Δεν είχα σκεφτεί πότε τον εαυτό μου ως ηθοποιό, αλλά στη πορεία μου βγήκε και είναι παρεμφερή αυτά τα δύο, η μουσική με το θέατρο, είναι δύο κλαδιά του ίδιου δέντρου, και πόσο μάλλον το μουσικάλ που λατρεύω, επειδή είναι ο συνδυασμός των δύο. Πάντα ονειρευόμουν να κάνω κάτι που να έχει σχέση με τα καλλιτεχνικά.
Λίνα Γριβογιάννη: Η τηλεόραση ουσιαστικά σε ανέδειξε και σε έκανε πιο γνωστό στο ευρύ κοινό. Οι εμφανίσεις σου όμως είναι επιλεκτικές. Θα συμμετείχες σε μία σειρά τύπου Glee, όπου θα μπορούσες να συνδυάσεις τα ταλέντα σου;
Μέμος Μπεγνής: Φυσικά και βέβαι θα ήθελα να συμμετέχω σε αυτή τη σειρά, και η συγκεκριμένη σειρά είναι μία από τις αγαπημένες μου.
Λίνα Γριβογιάννη: Μιλώντας για επιλογές… αν είχες να επιλέξεις μεταξύ κινηματογράφου, τηλεόρασης και θεάτρου τι θα προτιμούσες ;
Μέμος Μπεγνής: Δεν ξεχωρίζω για να πω την αλήθεια. Δεν είμαι ο άνθρωπος που θα πω τηλεόραση ίσον κακή ποιότητα. Εμένα με ανέδειξε η τηλεόραση, είμαι παιδί της τηλεόρασης, αν και ξεκίνησα με θέατρο. Δεν μου αρέσουν και οι ταμπέλες που βάζουμε «Τηλεοπτικός ηθοποιός» ή «Θεατρικός ηθοποιός». Στην τηλεόραση γίνονται πολύ καλές και πολύ κακές δουλειές, όπως και στο θέατρο. Απλά είναι άλλο το μέσο, αν και εξυπηρετεί τον ίδιο σκοπό, και διαφορετική η ευκολία ή η δυσκολία σε καθένα από αυτά. Όποτε δεν ξεχωρίζω κάτι.
Λίνα Γριβογιάννη: Ποιος είναι ο ήρωας των παιδικών σου χρονών;
Μέμος Μπεγνής: Πάντα είχα και έχω ακόμα τον ίδιο, είναι ο Πήτερ Παν, ο οποίος δεν μεγαλώνει πότε. Όχι γιατί δεν θέλω να μεγαλώσω, αλλά πιστεύω ότι αν ένας άνθρωπος χάσει την παιδικότητα του , έχει χάσει το παιχνίδι της ζωής.
Λίνα Γριβογιάννη: Υπάρχει κάποια συνεργασία από το εξωτερικό που ιδανικά θα ήθελες να κάνεις;
Μέμος Μπεγνής: Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ και ο Τιμ Μπάρτον που είναι οι αγαπημένοι μου.
Λίνα Γριβογιάννη: Με τι δεν θα συμβιβαζόσουν ποτέ;
Μέμος Μπεγνής: Με τα «πρέπει» δεν θα συμβιβαζόμουν. «Πρέπει να κάνεις αυτό». Θέλω να μου εξηγήσεις για ποιό λόγο, κι αν με πείσεις μπορεί και να το κάνω. Τα πρέπει δεν τα κατάλαβα πότε, δεν υπάρχει για μένα το πρέπει, υπάρχει το τι μου αρέσει και τι θέλω να κάνω.
Λίνα Γριβογιάννη: Έχεις κακιές συνήθειες …
Μέμος Μπεγνής: Ναι, δυστυχώς το τσιγάρο. Μία πάρα πολύ κακή συνήθεια.
Λίνα Γριβογιάννη: Θα σκεφτόσουν να δοκιμάσεις μία καριέρα στο εξωτερικό;
Μέμος Μπεγνής: Όχι, γιατί για να αρχίσω κάτι στο εξωτερικό θα έπρεπε να είμαι 20 χρονών. Δεν μπορώ να το κάνω και δεν θέλω κιόλας. Αν γνώριζα κάποιον και μου πρότεινε κάτι, εννοείται ότι είναι και όνειρο ζωής, αλλά να σηκωθώ τώρα να πάω στο εξωτερικό δεν πρόκειται.
Λίνα Γριβογιάννη: Πόσο εύκολη είναι η ζωή όταν είσαι γνωστός;
Μέμος Μπεγνής: Κάνουμε μία δουλεία για να μας γνωρίζει ο κόσμος και έρχεται να μας δει για να βγάζουμε χρήματα και να μπορούμε να ζήσουμε. Όποτε γνωρίζοντάς μας ο κόσμος και μιλώντας μας στο δρόμο είναι ένα πολύ όμορφο συναίσθημα. Όταν σου λένε πόσο ωραίο ήταν αυτό που έκανες, ή και κακά πράγματα, αυτό σημαίνει ότι γυρίζει ο τροχός, ότι πηγαίνεις μπροστά και κάνεις πράγματα που έχουν απήχηση. Αυτό είναι το ζητούμενο, εγώ τα πάω πάρα πολύ καλά με αυτό. Για μένα δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα, η ζωή μου είναι ίδια.
Λίνα Γριβογιάννη: Ποιά είναι τα σχέδια για το καλοκαίρι και για την επόμενη σεζόν;
Μέμος Μπεγνής: Δεν το ξέρω αυτό ακόμα, προς το παρόν είμαστε στο Badminton μέχρι τις 28 Απριλίου. Πάντως από την επόμενη σεζόν η παράσταση θα πάει στη Θεσσαλονίκη και μετά θα είναι πάλι εδώ.
Λίνα Γριβογιάννη; Η παράσταση λέγεται «Θα σε πάρω να φύγουμε». Αν μπορούσες να φύγεις τώρα για οπουδήποτε που θα πήγαινες και γιατί;
Μέμος Μπεγνής: Επειδή μου αρέσουν πάρα πολύ τα ταξίδια και έχω την εντύπωση ότι δουλεύω για να ταξιδεύω, ίσως να ήθελα να πάω κάπου που δεν έχω πάει ακόμα. Όπως στην Αυστραλία, στο Περού, Αργεντινή, Βραζιλία, Ιαπωνία.
Οι παραστάσεις στο θέατρο Badminton συνεχίζονται μέχρι τις 28 Απριλίου.
Σχετικά άρθρα:
–Μιχάλης Μαρίνος: Ενας γελαστός Πολίτης του κόσμου
–Αντώνης Λουδάρος: «Ενας υπέροχος άνθρωπος»!
–Δήμητρα Σιγάλα: Μία εγκληματολόγος στο χώρο του θεάματος!
–«Θα σε πάρω να φύγουμε», από τη Ναταλία Αργυράκη
(Οι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό αρχείο του κ. Μπεγνή…)
Η Audrey (Halle Berry) δε συμπάθησε ποτέ τον παιδικό φίλο του συζύγου της, τον Jerry (Benicio Del Toro). Πάντα πίστευε πως μόνο μπελάδες μπορούν να προκύψουν εξαιτίας του. Όταν, όμως, ο Brian (David Duchovny) σκοτωθεί σε μία συμπλοκή, η κηδεία του θα είναι η αφορμή για ένα νέο κεφάλαιο, τόσο για την Audrey, όσο και για τον Jerry, ο οποίος είναι ηρωινομανής. Η Audrey θα του προσφέρει στέγη και θα προσπαθήσει να τον στηρίξει όχι μόνο για να απεμπλακεί από τα ναρκωτικά, αλλά και για να ξαναρχίσει τη ζωή του. Ο Jerry από την άλλη θα έρθει κοντά στην Audrey και στα δυο της παιδιά και θα προσπαθήσει να τους βοηθήσει να συνεχίσουν τη ζωή τους. Οι συγκρούσεις, όμως, είναι στον ορίζοντα. Θα μπορέσουν να παρακάμψουν τις διαφορές τους για να ξεκινήσουν ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή τους;
Ξεκινώντας από το σενάριο του Allan Loeb, ο οποίος σύμφωνα με την έρευνά μου έχει υπογράψει σενάρια κομεντί όπως το «Σύζυγος για ενοικίαση» και το «Δωρητή… σπέρματος», έχω να πω πως ενώ τις δύο αυτές ταινίες ομολογουμένως τις «σνόμπαρα» (δεν ήμουν ποτέ ιδιαίτερα φίλη των κομεντί, άλλωστε), με το «Things we lost in the fire» μ’ έπεισε πως μπορεί να παίξει και σε άλλο στρατόπεδο. Τι εννοώ μ’ αυτό; Συνθέτοντας μία τρυφερή ιστορία ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς ανθρώπους, καταφέρνει να φέρει τον θεατή πιο κοντά στο δράμα του κάθε χαρακτήρα.
Έχουμε, λοιπόν, μία ιστορία που δύσκολα θα άφηνε κάποιον ασυγκίνητο. Όσον αφορά στη σκηνοθεσία της Δανής Susanne Bier, παρ’ όλο που δεν είμαι εξοικειωμένη με τη δουλειά της – για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, έμαθα το όνομά της από αυτήν την ταινία! – σίγουρα με αυτήν την ταινία με προτρέπει ώστε να δω κι άλλες ταινίες της για να έχω μία καλύτερη εικόνα για τη δουλειά της. Προς το παρόν, πάντως, μπορώ σίγουρα να πω πως το «Things we lost in the fire» είναι ένα πολύ καλό δείγμα της δουλειάς της.
Περισσότερο, όμως με κέντρισαν οι ερμηνείες των Halle Berry και Benicio Del Toro. Αν ήταν να προταθεί η Berry για Oscar και να βραβευτεί κιόλας, έπρεπε να είναι γι’ αυτήν την ταινία και σίγουρα όχι για τον «Χορό των Τεράτων». Ειλικρινά, ακόμη προσπαθώ να καταλάβω τι σκεφτόταν εκείνη τη χρονιά η επιτροπή. Θα μου πείτε, δεν είσαι εσύ στην επιτροπή. Καλά, αυτό είναι σίγουρο! Αλλά πολύ θα ήθελα να ήμουν για να δω πώς σκέφτονται!
Όσο για τον Benicio Del Toro, μπορεί να ερμηνεύει έναν ρόλο όπου τον έχουμε δει πολλές φορές (του περιθωριακού τύπου, όπου κάποιος από εμάς θα τον αγνοούσε ή θα τον φοβόταν), στο «Things we lost in the fire», όμως, δίνει τον καλύτερό του εαυτό. Το να εμφανίζεται στο ένα μέρος της ταινίας «καθαρός» και στο άλλο να ερμηνεύει τον τοξικομανή είναι απίστευτα απαιτητικό. Κι όμως, το καταφέρνει και μάλιστα καταφέρνει να συγκινήσει τον θεατή με τον αγώνα του.
http://www.youtube.com/watch?v=D1XxDyHBo2U
Πρωταγωνιστούν: Halle Berry, Benicio Del Toro, David Duchovny, Alison Lohman, John Caroll Lynch κ.α.
«Η κάμερα είναι πολύ βαριά για σένα!» κλασικές ανδρικές παρατηρήσεις, τις οποίες έπρεπε να ακούει συχνά στη δεκαετία του 80 και του 90 η Σοφί Μεντινιέ. Η Γαλλογερμανίδα κινηματογραφίστρια παλεύει εδώ και χρόνια για ισότητα στο επάγγελμά της.
Η πραγματικότητα είναι όμως πολύ διαφορετική όπως λέει. Στη Γερμανία μόλις το 10% των γυναικών είναι “κάμεραμαν”. Και στον τομέα της σκηνοθεσίας τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα. Στα μεγάλα διεθνή φεστιβάλ δεν συναντά κανείς παρά ελάχιστες σκηνοθέτριες. Στις Κάννες για παράδειγμα υπάρχουν χρονιές που δεν εκπροσωπείται καμία σκηνοθέτης.
Στο Διεθνές Γυναικείο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ντόρντμουντ – Κολωνίας, το οποίο ολοκληρώνεται την Κυριακή, οι γυναίκες δημιουργοί της εικόνας έχουν μια σπάνια ευκαιρία. Για την Μπάρμπαρα Άλμπερτ, από τους διοργανωτές του φεστιβάλ, αυτό αποτελεί μια πολιτική αναγκαιότητα. Διότι, όπως υποστηρίζει, οι ταινίες από γυναίκες αγοράζονται και διανέμονται δυσκολότερα. Στο φετινό φεστιβάλ παρουσιάζονται 100 ταινίες από σκηνοθέτριες από περισσότερες από 30 χώρες. Εκτός από το επίσημο πρόγραμμα υπάρχουν σεμινάρια και εργαστήρια.
Μην φοβάστε
Φέτος η Σοφί Μεντινιέ διευθύνει ένα από αυτά τα εργαστήρια. Η ίδια είναι καθηγήτρια στη Ανώτερη Σχολή ΜΜΕ στην Κολωνία και αυτό που προσπαθεί να μεταδώσει στις φοιτήτριές της είναι ότι η τεχνολογία δεν είναι τόσο δύσκολη. Τις ενθαρρύνει να πραγματοποιήσουν τις δικές τους ιδέες και τους εξηγεί ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να φοβούνται.
Η Σοφί Μεντινιέ αλλά και η Μπάρμπαρα Άλμπερτ είναι από τις τυχερές. Έχουν διακριθεί στο χώρο τους και έχουν αποσπάσει βραβεία. Η Μεντινιέ ξεκίνησε από τη Βενετία με την ταινία «Ο πράσινος φάρος» με την οποία κέρδισε τη Χρυσή Άρκτο το 1988. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον Γκοτά και τον Μίχαελ Κλίερ.
Οι γυναίκες δεν έχουν πρόσβαση στο χρήμα
Το πραγματικό πρόβλημα όμως δεν είναι η ελλιπής παρουσία των γυναικών στα φεστιβάλ, το πραγματικό πρόβλημα είναι «ότι εκεί που υπάρχουν χρήματα, οι γυναίκες δεν έχουν πρόσβαση». Η Μπάρμπαρα Άλμπερτ, η οποία ασχολείται εδώ και χρόνια με τις κρατικές επιδοτήσεις για τον κινηματογράφο, δηλώνει πως στο σινεμά συμβαίνει ό, τι και σε πολλά άλλα επαγγέλματα. Οι γυναίκες δεν έχουν πρόσβαση στα πραγματικά κέντρα λήψης αποφάσεων και εξουσίας. Εκτός αυτού επισημαίνει πως οι γυναίκες έχουν πολύ συχνά πολύ περισσότερες αμφιβολίες για τον εαυτό τους από ότι οι άνδρες. Ενώ τέλος και εδώ κυριαρχούν οι προκαταλήψεις πως θα συνδυάσει μια γυναίκα οικογένεια και επαγγελματική καριέρα.
Παρά τις δυσκολίες και τα προβλήματα, η κατάσταση πάντως βελτιώνεται, αν και μένουν πάρα πολλά να γίνουν…
Πηγή: http://www.skai.gr
Η Rachel Weisz θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία ‘Skinny and Cat’ , στην οποία θα υποδυθεί τη φωτογράφο Margaret Bourke White, σύμφωνα με δημοσίευμα .
Το σενάριο της ταινίας γράφτηκε το 1982 από την παραγωγό Linda Yellen , η οποία ζητούσε από την Barbra Streisand να συμμετάσχει ως πρωταγωνίστρια. Τριάντα χρόνια μετά και πιο συγκεκριμένα πέρυσι, η δημοφιλής τραγουδίστρια, εξέφρασε την επιθυμία να μεταφέρει την ιστορία στη μεγάλη οθόνη.
Την ταινία θα σκηνοθετούσε η Streisand , η οποία θα ξαναεμφανιζόταν, δεκαέξι χρόνια μετά την απόσυρσή της από τον κινηματογράφο και τελικά αποχώρησε για ακόμα μια φορά, λόγω του φορτωμένου προγράμματός της. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία, πέρα από την Rachel Weisz , στην ταινία θα συμπρωταγωνιστεί o Colin Firth.
Υπόθεση
Το ‘Skinny and Cat’ παρουσιάζει την ιστορία αγάπης μεταξύ της φωτογράφου-δημοσιογράφου Margaret Bourke White(Weisz) και του συγγραφέα Erskine Caldwell (Firth). Το ζευγάρι συνεργάστηκε στη δημιουργία των τριών βιβλίων , ‘You Have Seen Their Faces’, ένα βιβλίο για το Νότο κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, το ‘North Of The Danube’ και το ‘Say, Is This The USA’. Η White και ο Caldwell παντρεύτηκαν το 1924, ενώ οι δρόμοι τους χώρισαν λίγα χρόνια μετά.
Για την ώρα, οι κινηματογραφιστές ψάχνουν για νέο σκηνοθέτη προκειμένου να ξεκινήσουν τα γυρίσματα.
Ο Γάλλος ηθοποιός γεννήθηκε στις 9 Απριλίου του 1933 στα δυτικά του Παρισιού. Ο πατέρας του, Πολ Μπελμοντό, ήταν γλύπτης με ιταλικές ρίζες, μεταφέροντας το καλλιτεχνικό αίμα και στον γιο του, ο οποίος, όμως, στα εφηβικά του χρόνια δεν είχε φανερώσει καμία τέτοια κλίση. Αντιθέτως, δεν τα πήγαινε καλά στο σχολείο και το πάθος του σε αυτή την ηλικία ήταν το μποξ και το ποδόσφαιρο, ενώ μάλιστα έκανε και προπονήσεις μποξ.
Γύρω, όμως, στα 17, όταν κατάλαβε ότι το επαγγελματικό μποξ χρειαζόταν θυσίες που δεν ήταν διατεθειμένος να κάνει, ειδικά εφόσον είχε να αναπτύσσει συμπάθεια για την υποκριτική, τα παράτησε.
Ο «Nouvelle vague» Μπελμοντό και το ξεκίνημα της καριέρας του
Με ένα τσιγάρο μόνιμα στο στόμα του, ο Ζαν Πολ Μπελμοντό ξεκίνησε την καριέρα του στα τέλη της δεκαετίας του ’50 και βρέθηκε στην αντίπερα όχθη από τον υπερβολικά όμορφο Αλέν Ντελόν, με τους κριτικούς να τον χαρακτηρίζουν «γοητευτικά άσχημο» – αν και πολλές θαυμάστριές του και μη, θα διαφωνούσαν με αυτό.
Ο πρώτος του πρωταγωνιστικός ρόλος έρχεται το 1958 με το «Les copains du dimanche» και μετά από διάφορες συνεργασίες, όπως με τον σκηνοθέτη Μαρκ Αλλεγκρέ στο «Sois belle et tais-toi» και το «Un drôle de dimanche» (1958), τον Μαρσέλ Καρνέ στο «Les tricheurs», αλλά και τον ρόλο του ως Ντ’Αντανιάν στην τηλεοπτική ταινία «Οι 3 σωματοφύλακες», ήρθε ο ρόλος που θα έκανε το όνομά του γνωστό σε μια ταινία που εκπροσωπούσε το «Νέο κύμα».
O Zαν Λυκ Γκοντάρ που μέχρι τότε είχε σκηνοθετήσει 3 μικρού μήκους ταινίες, σκηνοθετεί το 1960 το πασίγνωστο «Με κομμένη την ανάσα» («À bout de souffle»), όπου ο Μπελμοντό πρωταγωνιστεί ως κακοποιός που προσπαθεί να ξεφύγει από την αστυνομία και βρίσκει καταφύγιο σε μια εφήμερη ερωτική σχέση με μια Αμερικανίδα. Ο ρόλος του ως Μισέλ τον καθιέρωσε ως style-icon και παρ’ όλο που οι ρόλοι που προηγήθηκαν ήταν λιγοστοί και ο Μπελμοντό βρισκόταν μόλις στην αρχή της καριέρας του, η ταινία αυτή τον καθιέρωσε ως «κλασικό».
Βλέποντας την καριέρα του να εκτοξεύεται στα ύψη, ο Μπελμοντό «στρώνεται» στη δουλειά και το 1960 γυρνάει πολλές ταινίες, με τελευταία την «Ατιμασμένη» με τη Σοφία Λόρεν, η οποία χάρισε πλήθος βραβείων – και Όσκαρ- στην Ιταλίδα ηθοποιό και ακόμη μεγαλύτερη φήμη στον Μπελμοντό.
Το 1961 ο Γκοντάρ τον καθοδηγεί και πάλι σκηνοθετικά στο «Η Κυρία θέλει έρωτα» και την ίδια χρονιά γίνεται ο «Εφημέριος» του Ζαν Πιερ Μελβίλ, κερδίζοντας την πρώτη του υποψηφιότητα για το βραβείο BAFTA, καλύτερου ξένου ηθοποιού. Την επόμενη χρονιά συνεργάζεται ξανά με τον Μελβίλ ερμηνεύοντας τον Σιλιάν, έναν πληροφοριοδότη της αστυνομίας, στον «Χαφιέ», μια ταινία η οποία κατατάσσεται από το περιοδικό Empire στις 500 καλύτερες όλων των εποχών, ενώ λίγο νωρίτερα βρίσκεται στο πλευρό της Κλαούντια Καρντινάλε στην κομεντί του Φιλίπ Ντε Μπροκά, «Cartouche».
Το 1963 τον απολαμβάνουμε στο «Καυτό πεζοδρόμιο» με την Ζαν Μορό και λίγο αργότερα βρίσκεται και πάλι στα χέρια του Μελβίλ για το «L’aîné des Ferchaux», όπου υποδύεται έναν νεαρό μποξέρ σε ρόλο σωματοφύλακα.
Ο Ζαν Λυκ Γκοντάρ βρίσκεται και πάλι στο δρόμο του το 1965, σκηνοθετώντας τον στο «Ο τρελός Περό» (Pierrot le fou). Ο Μπελμοντό υποδύεται τον Περό, ο οποίος εγκαταλείπει τη γυναίκα και το παιδί του και το σκάει με μια κοπέλα η οποία καταδιώκεται από επαγγελματίες δολοφόνους, καταλήγοντας σε ένα φιλοσοφικό οδοιπορικό. Η ταινία φέρνει στον διάσημο Γάλλο ηθοποιό και μια δεύτερη υποψηφιότητα για βραβείο BAFTA, το οποίο, όμως, και πάλι δεν θα γίνει δικό του.
Αλλαγή πορείας
Το 1964 σκηνοθετείται και πάλι από τον Φιλίπ ντε Μπροκά στο «L’homme de Rio» μια υποψήφια για Όσκαρ κομεντί περιπέτειας, που αποτέλεσε μεγάλη εμπορική επιτυχία στη Γαλλία, όπου πρωταγωνιστεί με την αδερφή της Κατρίν Ντενέβ, Φρανσουά Ντορλεάκ. Εκεί ο Μπελμοντό δείχνει μια στροφή από τη «Νουβέλ βαγκ» σε μια πιο εμπορική και mainstream τάση, με τις κωμωδίες και τις ταινίες δράσης να γεμίζουν το βιογραφικό του, χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια, ότι δεν έκανε και άλλες επιλογές στη συνέχεια της καριέρας του.
Το ’66 βρίσκεται στο ίδιο καστ με τον Αλέν Ντελόν στο «Το Παρίσι φλέγεται» του Ρενέ Κλεμέντ, όπου εξιστορείται η αληθινή ιστορία της αποχώρησης των γερμανικών στρατευμάτων από το Παρίσι το 1944. Το ’67 εμφανίζεται ως Γάλλος Λεγεωνάριος σε μια ταινία που σατιρίζει τον Τζέιμς Μποντ, το «James Bond 007 – Casino Royal», στο καστ της οποίας βρίσκουμε τον Πήτερ Σέλερς, την Ούρσουλα Άντρες, τον Γούντι Άλεν και πλήθος διάσημων ονομάτων, με τις κριτικές να διχάζονται.
Λίγο πριν η δεκαετία του ’60 φύγει, το 1967 επιστρέφει στο «νέο κύμα» και βρίσκεται στα χέρια του Λουί Μαλ με το «Le voleur» και το 1969, συνεργάζεται με τον «nouvelle vague» σκηνοθέτη Φρανσουά Τριφό για το ρομαντικό δράμα «Η γοργόνα του Μισισιπή» με την Κατρίν Ντενέβ.
Το 1970 βρίσκεται και πάλι συμπρωταγωνιστής με τον Αλέν Ντελόν στο γκανγκστερικό «Borsalino» του Ζακ Ντερέ. Το 1974 περνάει στα χέρια του Αλέν Ρεσνέ , με τη δραματική ταινία «Stavisky…» για τη ζωή του Αλεξάντρ Σταβίσκι, ρωσικής καταγωγής επιχειρηματία και μεγαλοαπατεώνα και ο Μπελμοντό βρίσκεται σε μία από τις πιο αντι-εμπορικές δουλειές της καριέρας του.
Η εμπορική αποτυχία, μάλιστα, της τελευταίας του ταινίας,τον κάνουν να αναζητά περισσότερο τις εμπορικές ταινίες, ξανά. Το 1979 πρωταγωνιστεί στην κομεντί-χιτ, που σημείωσε μεγάλη επιτυχία, το «Flic ou Voyou» («Cop or Hood») σφραγίζοντας μια επιτυχημένη συνεργασία με τον σκηνοθέτη Ζορζ Λοτνέρ, την οποία συνεχίζουν αργότερα με το «Le Guignolo» (1979), «Le Professionnel» (1981), την κομεντί «Joyeuses Paques!» (1984) και την ταινία μυστηρίου «L’Inconnu dans la Maison» (1992).
Συνεχίζει ακάθεκτος και την δεκαετία του ’80 με ταινίες κυρίως κομεντί με δράση και στα τέλη της δεκαετίας επιστρέφει ξανά στο θέατρο, μετά από σχεδόν 30 χρόνια και χωρίζει την καριέρα του στα δύο, ενώ το ’87 κερδίζει βραβείο Σεζάρ καλύτερου ηθοποιού για το «Itinéraire d’un enfant gâté», έχοντας βραβευτεί λίγες φορές στη ζωή του, παρά το εύρος της καριέρας του.
Τη δεκαετία του ’90 οι κομεντί όπως το «Désiré» (1996) και το «Une chance sur deux» (1998) όπου συναντά ξανά τον Αλέν Ντελόν, συνεχίζονται, αλλά ταυτόχρονα κάνει και πιο δημιουργικές δουλειές, όπως το «Εκατό και μια νύχτες» της Ανιές Βαρντά (1995) και τους «Άθλιους» πάνω στο έργο του Βίκτωρος Ουγκό, την ίδια χρονιά.
Τη δεκαετία του 2000, ο Μπελμοντό έχει πολύ μικρή δραστηριότητα, ίσως και λόγω του εγκεφαλικού που υπέστη το 2001, το οποίο για ένα διάστημα του στέρησε την ομιλία. Η τελευταία ταινία του είναι το «Un homme et son chien» το 2008, όπου περιπλανιέται άστεγος και ηλικιωμένος στο Παρίσι με τον σκύλο του.
Η τελευταία του βράβευση
Τα μαλλιά του πλέον είναι κάτασπρα και οι ρυτίδες έχουν χαραχτεί βαθιά στο πρόσωπο του Μπελμοντό της δεκαετίας του ’60, ο κόσμος, όμως, συνεχίζει να τον αποθεώνει κι αυτό, ο διάσημος ηθοποιός, το ένιωσε έντονα στις Κάννες το 2011. Ο «άσχημος γόης» του γαλλικού κινηματογράφου τιμήθηκε με ειδικό Χρυσό Φοίνικα, ενώ με αφορμή την εμφάνιση και τη βράβευσή του, προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ «Belmondo…Itineraire» των Βενσάν Περό και Τζεφ Ντόμενεχ, το «Magnifique» του Φιλίπ ντε Μπροκά και το «Cent Mille Dollars au Soleil» του Ανρί Βερνέιγ.
Ο «αέρας» και το αρρενωπό στυλ του Μπελμοντό αποδείχθηκαν ακαταμάχητα για τις γυναίκες της εποχής του, ενώ ακόμη και σήμερα, στα 78 του χρόνια, η σχέση του με το άλλο φύλο παραμένει αλώβητη.
Έχει κάνει 2 γάμους: με την Ελοντί Κονσταντάν από το 1953 ως το 1965 με την οποία χώρισε διατηρώντας δεσμό με την Ούρσουλα Άντρες και με την Ναταλί Ταρντιβέλ, την οποία γνώρισε το 1989 όταν αυτή ήταν ακόμη 24 ετών και παντρεύτηκε το 2002, μέχρι το 2008. Από τους 2 του γάμους απέκτησε 4 παιδιά, η μεγαλύτερή του κόρη, όμως, σκοτώθηκε σε ατύχημα με φωτιά το 1994.
Η τελευταία του σύντροφος ήταν 45 χρόνια νεότερή του, η Μπάρμπαρα Γκαντόλφι από το Βέλγιο, πρώην μοντέλο του «Playboy», με την οποία ο Γάλλος ηθοποιός, μέχρι να χωρίσουν πρίν από κάποιους μήνες, φωτογραφιζόταν παντού κι έδειχνε τρελά ερωτευμένος…. .
[vsw id=”LCKPssCm9Lc” source=”youtube” width=”425″ height=”344″ autoplay=”no”]
Οι Susan Sarandon και Topher Grace πρωταγωνιστούν στο νέο indie θρίλερ, ‘The Calling’ , του οποίου η παραγωγή ξεκίνησε την προηγούμενη εβδομάδα. Συμπρωταγωνιστές της Sarandon και του Grace που προστέθηκαν πριν από λίγες μέρες στη νέα κινηματογραφική δουλειά είναι οι Donald Sutherland, Gil Bellows και Ellen Burstyn.
Στο ‘The Calling’, η Sarandon υποδύεται μια Καναδή ντετέκτιβ, η οποία προσπαθεί να εντοπίσει έναν κατά συρροή δολοφόνο, με τη βοήθεια ενός αστυνομικού (Grace). Σκηνοθέτης της ταινίας είναι ο Jason Stone, ενώ το σενάριο υπογράφει ο Scott Abramovitch.
Τον Donald Sutherland θα παρακολουθήσουμε στη νέα ταινία ‘The Hunger Games: Catching Fire’ , όπου υποδύεται και πάλι τον πρόεδρο Snow. Η Burstyn θα συμμετάσχει στην επερχόμενη ταινία ‘Wish You Well’.
Η Susan Sarandon πρωταγωνιστεί αυτό τον καιρό στο τελευταίο project του Robert Redford ,‘The Company You Keep’. Πριν από αυτό, υποδύθηκε την φιλόδοξη δικηγόρο στην ταινία ‘Snitch’, ενώ πρόκειται να ξεκινήσει γυρίσματα για το ‘Tammy’, τη πρώτη σκηνοθετική απόπειρα της ηθοποιού Melissa McCarthy (‘Bridesmaids’, ‘Mike and Molly’) και του , επίσης ηθοποιού συζύγου της, Ben Falcone.
Μέσα στις επόμενες μέρες αναμένουμε περισσότερες πληροφορίες για το νέο θρίλερ.
Πηγή: http://movies.yahoo.com
Ο Gilles Bourdos “δημιούργει” έναν “Renoir” αλλά ίσως διαφορετικό από ότι θα περιμέναμε. Μία ταινία με βασικό θέμα τη γυναίκα που ήταν το τελευταίο μοντέλο του ιμπρεσιονιστή ζωγράφου Pierre-Auguste Renoir, αλλά και σύζυγος του μεσαίου γιου του Jean, και εκείνη που τον καθόρισε ως σκηνοθέτη. Χωρίς την 17χρονη Andrée Heuschling (Christa Theret), η ταινία υποστηρίζει, ότι ο Pierre-Auguste Renoir (Michel Bouquet) δεν θα είχε καταφέρει να βγει από το πένθος του σαν χήρος ποτέ, και να βρει την έμπνευση που χρειαζόταν για να δημιουργήσει τα αριστουργήματα των τελευταίων δύο χρόνων, ενώ ο Jean (Vincent Rottiers ) δεν θα είχε ποτέ ξεκινήσει σκηνοθετική του καριέρα.
Η πλούσια και γήινη ομορφιά της με το φλογερό κόκκινο χρώμα στα μαλλιά και η στάση της απέναντι στη ζωή «να ζει το σήμερα» ήταν αυτά που έκαναν την Andrée Heuschling μοναδική. Την βλέπουμε για πρώτη φορά ντυμένη με πορτοκαλί φούστα και σε έναν δρόμο και κοντά της, το ομοίωμα ενός Γερμανού στρατιώτη να κρέμεται από ένα δέντρο, υπενθυμίζοντάς της ότι ο πόλεμος και η ίδια έχουν «φύγει» από τα βελγικά σύνορα, αλλά εξακολουθεί να μαίνεται, το 1917.
Η ταινία του Gilles Bourdos δεν είναι μία «ντροπαλή» ταινία, αλλά μία ταινία που σκοπό έχει να αγκαλιάσει τον ιμπρεσιονισμό.
Ούτε είναι ο “Renoir” ο συντηρητικός ζωγράφος που φανταζόμασταν, αντίθετα βρίσκεται να βυθίζει τον εαυτό του στην αισθησιακή δημιουργία που του εμπνέει το νέο του μοντέλο. Γρήγορα θα γίνει μέρος της οικογένειά του, και η Andrée είναι χαλαρά γυμνή στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, καθώς ο ίδιος την ζωγραφίζει με βούρτσες που με το ζόρι που μπορεί να κρατήσει, πριν παραλύσουν τα χέρια του. Η Andrée έγινε το αντικείμενο των εν λόγω έργων ζωγραφικής ως η “Blonde With a Rose,” “Andree in Blue,” και “Andree in Yellow Turban and Blue Skirt,” “The Bathers,” τα ονόματα με τα οποία οι πίνακες- με εκείνη μοντέλο- έγιναν γνωστοί.
Όταν η Andrée βλέπει τον Jean, κατά την επιστροφή του από το Δυτικό Μέτωπο αποφασίζει ότι είναι δικός της. Κάπως έτσι αγαπιούνται με την πρώτη ματιά και σε μια σκηνή την οποία ο Bourdos την τοποθετεί μεταξύ πατέρα και γιου, και προοιωνίζει τη μετάβασής της ως μούσα του πατέρα προς τον γιο. Μόνο που με τον γιο θα γίνουν σύντομα εραστές. Ακόμα πιο πρακτικά, η Andrée σύντομα θα προτείνει στον Jean να πουλήσουν τους πίνακες του πατέρα του για να χρηματοδοτήσουν τις ταινίες του.
Η Andrée λειτουργεί ως” συναισθηματικός συντηρητής” τόσο για τους Renoir όσο και για την ταινία. Στην πραγματική ζωή, η Andrée προέτρεψε τον Jean να κατευθύνει τις ταινίες του ως βιτρίνα για την ευχάριστη παρουσία της.
Σημασία έχει ότι η ταινία μας δίνει και μία εικόνα της ζωής των δύο δημιουργών που δεν είχαμε δει ξανά. Παράλληλα βλέπουμε και την ιδιαιτερότητα της σχέσης πατέρα –υιου και πως μία γυναίκα τους επηρέασε και τους «διαμόρφωσε» καλλιτεχνικά τον έναν στο τέλος και τον άλλον στην αρχή της «καρριέρας» τους…
Θυμάστε αυτή τη φωτογραφία που βγήκε όταν άρχισαν τα πρώτα σύννεφα στο γάμο του Brad Pitt και της Jennifer Aniston, με την Angelina Jolie να ετοιμάζεται να μπει ανάμεσά τους; Μάλλον θα ξαναδούμε κάτι αντίστοιχο με τη διαφορά πως οι δύο γυναίκες θα αλλάξουν… θέση! Γιατί καμιά φορά φαίνεται πως αληθεύει η ρήση «η ζωή ρόδα είναι και γυρίζει».
Οι δύο ηθοποιοί συμφώνησαν να πρωταγωνιστήσουν στη νέα ταινία του Alexander Payne η οποία φέρει τον τίτλο «For hope». Ο Brad Pitt και η Jennifer Aniston υποδύονται αντίστοιχα τον Keith και τη Sally, ένα παντρεμένο ζευγάρι που προσπαθεί να ξεπεράσει την απώλεια της μικρής τους κόρης, της Hope από λευχαιμία. Η Sally νιώθει πως πλέον έχει δημιουργηθεί μία τεράστια απόσταση ανάμεσα σ’ αυτήν και τον σύζυγό της, ενώ παράλληλα προσπαθούν να βοηθήσουν και τη μεγαλύτερη κόρη τους, τη Jamie να συνηθίσει τη νέα κατάσταση, καθώς υπεραγαπούσε τη μικρή της αδερφή. Στο τιμόνι της παραγωγής βρίσκεται ο George Clooney, ο οποίος συνυπογράφει το σενάριο με το σκηνοθέτη.
Τα γυρίσματα έχουν ήδη ξεκινήσει κι όλα δείχνουν πως ο Brad Pitt κι η Jennifer Aniston όχι μόνο συνεργάζονται αρμονικά (η μοναδική φορά που τους είδαμε να συνυπάρχουν σε γύρισμα ήταν σ’ επεισόδιο της δημοφιλούς σειράς «F.R.I.E.N.D.S.») αλλά φαίνεται πως έρχονται πιο κοντά και σε προσωπικό επίπεδο. Συνεργάτες της ταινίας δηλώνουν πως περνούν πολλή ώρα μαζί στα διαλείμματα των γυρισμάτων και πως είναι φορές που η συμπεριφορά του ενός απέναντι στον άλλον ξεπερνά τα πλαίσια της επαγγελματικής ή ακόμη και της φιλικής σχέσης, με αποτέλεσμα να πυροδοτούνται σενάρια επανασύνδεσης του πρώην ζευγαριού.
Αν όντως αληθεύουν αυτά τα σενάρια… η Angelina Jolie θα το φυσάει και δε θα κρυώνει! Μην ξεχνάμε άλλωστε πως κι εκείνη ξεκίνησε τη σχέση της με τον Pitt όταν γύριζαν το «Mr. and Mrs. Smith» ενόσω μάλιστα ο δημοφιλής ηθοποιός ήταν παντρεμένος με την τηλεοπτική «Rachel». Άραγε θα της γυρίσει… μπούμερανγκ;
(Πηγή: εδώ )
Μέρα που είναι σήμερα μας ήταν αδύνατον να συγκρατηθούμε και να μην τηρήσουμε κι εμείς το έθιμο της Πρωταπριλιάς!
Άλλωστε θα ήταν πραγματική είδηση αν μαθαίναμε πως το πρώην ζευγάρι συνυπάρχει αρμονικά σ’ οποιονδήποτε χώρο, πόσο μάλλον στα πλαίσια των γυρισμάτων μίας ταινίας! Η αλήθεια είναι πως ο Brad Pitt είναι απόλυτα πλήρης με την πολυμέλη οικογένειά του στο πλάι της Angelina Jolie, αλλά και η Jennifer Aniston κι επίσημα πια έχει βρει τον έρωτα στο πρόσωπο του επίσης ηθοποιού Justin Theroux.
Φυσικά για την ταινία ούτε λόγος, μια που δεν υφίσταται μία τέτοια παραγωγή. Όσο για τους πρωταγωνιστές της φάρσας μας; Μπορεί να διατηρούν μία τυπική σχέση, χωρίς όμως αυτό σύμφωνα με έγκυρο site να εμποδίζει τον Brad Pitt να τηλεφωνήσει στην πρώην γυναίκα του για να της ευχηθεί για τον αρραβώνα της με τον Justin Theroux.
Πριν δεκαοκτώ μήνες η ηθοποιός Rosario Dawson επισκέφθηκε μία υπνωτίστρια. Εκείνη την έβαλε να ξαπλώσει, την τύλιξε με μία κουβέρτα κι άρχισε να της μιλάει χαμηλόφωνα. Η Rosario Dawson άρχισε να χαλαρώνει, ώσπου στο τέλος αποκοιμήθηκε. Αυτό ήταν!. Καθ’ όλο το διάστημα που η Dawson βρισκόταν σε ύπνωση, η υπνωτίστρια κρατούσε συνεχώς σημειώσεις από κάθε έκφραση, μορφασμό και «τινάγματα».
Γιατί, όμως, επέλεξε η Dawson να υπνωτιστεί; Τι ήθελε να ψάξει στα ενδότερα του υποσυνείδητού της; Μυστήριο; Όχι και τόσο, μια που η 34χρονη ηθοποιός ήθελε να μάθει πώς είναι ένας άνθρωπος σε κατάσταση ύπνωσης για τις ανάγκες του ρόλου της στην ταινία «Trance» του βραβευμένου με Oscar σκηνοθέτη Danny Boyle. Στην ταινία η Rosario Dawson υποδύεται την Elizabeth Lamb, μία υπνωτίστρια η οποία προσλαμβάνεται από τον αρχηγό μίας συμμορίας (Vincent Cassel). Στόχος του Franck είναι ένας έμπορος έργων τέχνης (James McAvoy) που πάσχει από αμνησία να του αποκαλύψει μέσω της ύπνωσης πού βρίσκεται ένας εξαφανισμένος πίνακας μεγάλης αξίας. Η ταινία υπολογίζεται να προβληθεί στις ελληνικές αίθουσες στις 16 Μαΐου.
«Ήταν σα να καταλάβαινε από… τα πόδια μου την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν υποσυνείδητα», λέει η Dawson για την εμπειρία της. «Είχα διαβάσει κάποτε το βιβλίο του Joe Navarro, ενός πρώην πράκτορα του FBI, με τον τίτλο “Τι λέει κάθε σώμα”. Στην ουσία ήταν ένας οδηγός κατανόησης της γλώσσας του σώματος και σύμφωνα μ’ αυτό, τα πόδια είναι το πιο ειλικρινές μέρος του ανθρώπινου σώματος. Με το πρόσωπο μπορείς να πεις ψέματα, οι εκφράσεις του προσώπου δίνουν τις χειρότερες ενδείξεις ειλικρίνειας. Όσο λοιπόν προχωράει η διαδικασία της ύπνωσης, το σώμα είναι πιο ειλικρινές».
Η ύπνωση, βέβαια, της καλλιέργησε και την περιέργεια να αναζητήσει κάτι πολύ σημαντικό για την ίδια στο παρελθόν της. Λίγο καιρό μετά επισκέφθηκε ένα μέντιουμ, το οποίο της μίλησε για το βιολογικό της πατέρα (σημ. είχε εγκαταλείψει τη μητέρα της όταν εκείνη ήταν ήδη έγκυος στη Dawson) και της αποκάλυψε πως εκείνος είχε πεθάνει. Αργότερη η ηθοποιός προσέλαβε έναν ιδιωτικό ερευνητή, ο οποίος σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλεξε, επιβεβαίωσε τα λεγόμενα του μέντιουμ. Παρ’ όλο αυτά η Rosario Dawson άφησε πίσω της αυτήν την υπόθεση, καθώς θεώρησε πως η περαιτέρω ενασχόληση θα άνοιγε το κουτί της Πανδώρας. Άλλωστε, όπως λέει κι η ίδια «ο Greg, ο άνθρωπος που παντρεύτηκε τη μητέρα μου είναι ένας ήρωας, με επέλεξε και με ήθελε». Επομένως, μπορεί να πει κανείς πως… τέλος καλό όλα καλά για τη δημοφιλή Rosario!
Καταλάβατε εσείς πότε τελείωσε κι ο Μάρτιος; Εγώ πάντως όχι! Μπαίνουμε στον Απρίλιο, λοιπόν, από Δευτέρα και… μυρίζει άνοιξη στη Θεσσαλονίκη, έστω και με αργούς ρυθμούς! Για να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για ν’ αποχαιρετίσουμε το Μάρτη, το… γδάρτη, τον παλουκοκάφτη!
Μπορεί το Θεατρικό Φεστιβάλ να ολοκληρώθηκε, αλλά η Θεσσαλονίκη δεν παύει να στηρίζει τους νέους δημιουργούς. Γι’ αυτό και το θέατρο «Όρα» (Αντωνίου Καμάρα 3, τηλ. 2310-232799) από τις 21 Μαρτίου φιλοξενεί το πρωτότυπο έργο του Αχιλλέα Ψαλτόπουλου «Πίσω από τις κλειστές πόρτες». Ένας γνωστός κινηματογραφικός σκηνοθέτης, την ώρα που ετοιμάζει οντισιόν στο Παρίσι για να βρει την καινούρια του πρωταγωνίστρια, θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον εαυτό του. Σε μία προσπάθεια αυτογνωσίας κι αυτοπροσδιορισμού, παλιά μυστικά θα ανεβούν στην επιφάνεια κι οι επιπτώσεις κάθε άλλο παρά αναμενόμενες είναι. Ο Αχιλλέας Ψαλτόπουλος (συγγραφέας, σκηνοθέτης κι ηθοποιός της παράστασης) μέσα από το έργο του επιθυμεί να παρουσιάσει τον κόσμο του θεάματος όταν η αυλαία παραμένει κλειστή. Είναι άραγε τόσο αγγελικά πλασμένος όσο μας κάνουν να πιστεύουμε; Η απάντηση δίνεται κάθε Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στο Θέατρο «Όρα».
Όσοι γνωρίσαμε τον Chan-wook Park το κάαμε από το «Oldboy» (2003). Αυτή τη φορά ο Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης κάνει το ντεμπούτο στο Hollywood με το «Stoker». Η νεαρή India χάνει απρόσμενα τον πατέρα της Richard κι ενώ προσπαθεί να συμβιβαστεί με την ιδέα, εμφανίζεται ο – άγνωστος σ’ εκείνη μέχρι τότε – θείος Charlie για να ζήσει μαζί μ’ αυτήν και τη συναισθηματικά ασταθή μητέρα της. Ο Charlie, όμως, δε μοιάζει να ήρθε και τόσο ανιδιοτελώς και πιστεύει πως άλλα είναι τα κίνητρα πίσω από την ξαφνική εμφάνισή του στη ζωή των δύο γυναικών. Παρ’ όλα αυτά η India αρχίζει να νιώθει πως ο Charlie δε γεμίζει απλά το κενό που άφησε πίσω ο πατέρας της, ενώ θεωρητικά θα έπρεπε να είναι φοβισμένη, ή έστω υποψιασμένη. Ποιος είναι τελικά ο μυστηριώδης θείος Charlie; Η ταινία ξεκίνησε να προβάλλεται από την Πέμπτη 28 Μαρτίου στους κινηματογράφους και πρωταγωνιστούν οι Mia Wasikowska, Nicole Kidman, Matthew Goode, Dermot Mulroney κ.α.
Τα τραγούδια του Διονύση Σαββόπουλου έχουν γράψει ιστορία. Όχι μόνο από καλλιτεχνική άποψη, αλλά κάθε του τραγούδι έθιγε τα κακώς κείμενα της κάθε εποχής και στόχο είχε να «ξυπνήσει» όσους άκουγαν τους στίχους του. Κάθε του τραγούδι γινόταν μέσο για συναισθήματα, προβληματισμούς, αγωνίες. Έχοντας γνώση της εποχής, ο «Νιόνιος» προσκαλεί το κοινό της Θεσσαλονίκης το βράδυ του Σαββάτου στο «Μύλο» (Γεωργίου Ανδρέου 56, τηλ. 2310-541806, 2310-551836) όχι μόνο για να διασκεδάσουν παρέα, αλλά και για να μεταφέρει γι ‘άλλη μια φορά όλους τους συλλογισμούς του με το μοναδικό του μελωδικό και καυστικό τρόπο. Αν θέλετε κι εσείς να γίνετε μέλος αυτής της ωραίας παρέας τηλεφωνήστε για κράτηση ή αγοράστε το εισιτήριό σας από ένα κατάστημα Public. «Ας κρατήσουν οι χοροί», λοιπόν!
Τελευταία Κυριακή του Μάρτη, μαμάδες και μπαμπάδες! Αν ο καιρός είναι σύμμαχός σας (εύχομαι να είναι για όλους, φυσικά!) το πρωί απολαύστε τη λιακάδα με μία βόλτα στην παραλία και το απόγευμα μπορείτε να πάρετε τα παιδάκια σας για θέατρο. Το θέατρο «Κολοσσαίον» (Βασιλίσσης Όλγας 150, τηλ. 2310-834996) φιλοξενεί την Καλλιτεχνική Εταιρεία «Προσκήνιο» και την Παιδική Σκηνή Ροντίδη, οι οποίες θα παρουσιάσουν τη «Σταχτοπούτα». Ναι, ναι, το γνωστό παραμύθι με την άτυχη κοπέλα που χάρη στην καλή νεράιδα θα καταφέρει να γνωρίσει και να ερωτευτεί τον Πρίγκιπα! Για κρατήσεις θέσεων μπορείτε να επικοινωνήσετε και με το 6944-062928. Και μια ακόμη πληροφορία που μέχρι τώρα δε μας έχουν μάθει: συγγραφέας του γνωστού παραμυθιού είναι ο Γάλλος Charles Perrault, ο οποίος υπογράφει μεταξύ άλλων την «Κοκκινοσκουφίτσα» και τον «Παπουτσωμένο Γάτο»!
Αν θέλετε να ολοκληρώσετε το Σαββατοκύριακό σας με σινεμά, τότε μία καλή πρόταση είναι μία περιπέτεια. «Ο Όλυμπος Έπεσε» είναι το σύνθημα – κι ο τίτλος της ταινίας, φυσικά. Ο «Όλυμπος» δεν είναι άλλος από το Λευκό Οίκο που όχι μόνο γίνεται στόχος τρομοκρατών, αλλά κι ο ίδιος ο Πρόεδρος των ΗΠΑ (Aaron Eckhart) πέφτει θύμα απαγωγής. Μόνη ελπίδα ένας πρώην πράκτορας της Προεδρικής Φρουράς, ο Mike Banning (Gerard Butler) ο οποίος καθώς είναι εγκλωβισμένος στο Λευκό Οίκο είναι ο μόνος «σύνδεσμος» με τις δυνάμεις εκτός των τειχών και θα προσπαθήσει να αποτρέψει την καταστροφή. Ναι, παραδέχομαι, κομματάκι (!) «Αμερικανιά» ακούγεται, αλλά ας το παραδεχτούμε: μας αρέσει ο Gerard Butler στο ρόλο του σκληρού άντρα και του παλικαριού «who saves the world»! Εξάλλου, είναι μία εναλλακτική πρόταση για όσους θέλουν λίγη περιπέτεια στο σαββατοκύριακό τους. Πρωταγωνιστούν: Gerard Butler, Aaron Eckhart, Morgan Freeman, Angela Bassett, Ashley Judd κ.α.
Όπως κι αν αποφασίσετε να αποχαιρετίσετε το Μάρτη, σας εύχομαι να το χαρείτε με την ψυχή σας! Εγώ σας αφήνω για την ώρα με το μουσικό μας «χαλί» γι’ αυτό το σαββατοκύριακο – εδώ ευχαριστώ τη συνεργάτιδα Αλεξάνδρα Σκαράκη για την έμπνευση! Α, παραλίγο να το ξεχάσω: προσοχή τη Δευτέρα μη σας ξεγελάσουν!
http://www.youtube.com/watch?v=_e2cFd864Us
Όχι, όχι, μην τρομάζετε! Ο αγαπημένος μας Βρετανός ηθοποιός δεν απαρνείται την προφορά που όλοι λατρεύουμε να ακούμε! Ο Colin Firth απλά αφήνει πίσω το Βρετανικό του accent για τις ανάγκες της ταινίας «Arthur Newman».
Κεντρικός χαρακτήρας της ταινίας είναι ο Wallace Avery, ένας πρώην παίκτης του γκολφ που συνειδητοποιεί πως η ζωή του έχει φτάσει σε τέλμα. Η καριέρα του τελείωσε άδοξα και νιώθει πως η πρώην σύζυγός του κι ο γιος του τον μισούν. Μην αντέχοντας πια αυτήν την κατάσταση αποφασίζει να σκηνοθετήσει το θάνατό του και να ξεκινήσει μία καινούρια ζωή με το όνομα Arthur Newman. Στην αναζήτηση νέων εμπειριών ως Arthur, θα συναντήσει τη μυστηριώδη Mike Fitzgerald (Emily Blunt) και μαζί της όχι μόνο θα μπλεχτεί σε κωμικές καταστάσεις, αλλά θα έρθουν πιο κοντά, ψάχνοντας παρηγοριά ο ένας στον άλλον.
Τη Βρετανική προφορά δεν την «εγκαταλείπει» μόνο ο Colin Firth αλλά και η συμπρωταγωνίστριά του Emily Blunt, καθώς είναι κι αυτή γέννημα θρέμμα Αγγλίδα.
Η ταινία είναι το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Dante Ariola και το σενάριο υπογράφει η Becky Johnston, γνωστή για τα «Επτά Χρόνια στο Θιβέτ» και για τον «Πρίγκιπα της Παλίρροιας». Έχει ήδη προβληθεί στον Καναδά το Σεπτέμβριο του 2012 και στις 26 Απριλίου θα ξεκινήσουν οι προβολές στην Αμερική.
Πηγή: http://www.indiewire.com
Ο ιδιοφυής σκηνοθέτης του «Old Βoy», Παρκ Τσαν-Γουκ κάνει ντεμπούτο στο Χόλιγουντ με μια απόκοσμα σαγηνευτική οπτική εμπειρία, γεμάτη ποιητικές αναφορές και διάχυτο ερωτισμό.
Η ταινία, η οποία έχει το όνομα «Stroker» αναμένεται να κυκλοφορήσει στις ελληνικές αίθουσες, από την Odeon, στις 28 Μαρτίου.
Όταν η Ίντια (Mία Γουασικόβσκα) χάσει τον πατέρα της σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, ο θείος Τσάρλι (Μάθιου Γκούντι), του οποίου αγνοούσε την ύπαρξη, έρχεται να μείνει μαζί με την κοπέλα και την συναισθηματικά ασταθή μητέρα της (Νικόλ Κίντμαν).
Λίγο μετά την άφιξή του η Ίντια αρχίζει να υποψιάζεται ότι ο γοητευτικός και μυστηριώδης άντρας έχει απώτερα κίνητρα, αντί όμως να αισθανθεί οργισμένη ή φοβισμένη, το μοναχικό κορίτσι αρχίζει να τον ερωτεύεται τρελά.
Η άνοιξη μπήκε, όπως φαίνεται, και η διάθεση για απόδραση οδηγεί στα νότια προάστια της Αθήνας και πιο συγκεκριμένα στο κλασσικά παραθεριστικό Παλαιό Φάληρο. Μόλις λίγα λεπτά από το κέντρο της πόλης, μας περιμένει μια πραγματική όαση αναψυχής, όπως έχει διαμορφωθεί τελευταία η παραλιακή, για όλες τις ηλικίες και προτιμήσεις!
Τις πρωινές ώρες υπάρχει η δυνατότητα για βόλτα στην παραλία και για καφέ μια από τις καφετέριες στο Πάρκο Φλοίσβου. Για τα παιδιά, ιδανικός προορισμός ο Παιδότοπος Φλοίσβου, ο μεγαλύτερςο παιδότοπος των Βαλκανίων, έκτασης 13 στρεμμάτων, που από το 2008, φιλοξενεί πάνω από 1400 παιδιά ηλικίας 2 έως 12 ετών. Ο χώρος, εκτός από κούνιες, παρέχει γήπεδα mini soccer , καλαθοσφαίρισης και ένα ξύλινο αμφιθέατρο 80 θέσεων για πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Τώρα που ο καιρός ‘ανοίγει’ τα απογεύματα και βράδια είναι ιδανικά για διασκέδαση στη Μαρίνα Φλοίσβου. Δέκα εστιατόρια/καφέ-bar μπροστά στη θάλασσα, fast- food καταστήματα όπου μπορεί να βρει κανείς από βιβλία μέχρι κοσμήματα και λουλούδια, υπηρεσίες σκαφών αναψυχής, χώρος για παιδικά πάρτι και πολλές εκδηλώσεις τόσο του δήμου, όσο και διαφημιστικές εταιριών, happenings και εκθέσεις με θέα το απέραντο γαλάζιο.
Καθώς βραδιάζει, μια ενδιαφέρουσα ταινία παίζει πάντα στο θερινό σινεμά ‘Cine Flisvos’.
Στο Πολιτιστικό Κέντρο, διοργανώνονται εκδηλώσεις και κυρίως εκθέσεις κατά τη διάρκεια του χρόνου.
Ασφαλώς δεν πρέπει να παραλείψουμε ότι το Παλαιό Φάληρο φημίζεται για τις ανατολίτικες και παραδοσιακές γεύσεις που προσφέρονται σε μικρά και μεγαλύτερα στέκια της οδού Ζησιμοπούλου και των γύρω στενών, καλύπτοντας όλες τις γαστρονομικές προτιμήσεις, και φυσικά τα αμέτρητα ζαχαροπλαστεία για τους λάτρεις του γλυκού!
Ακόμα το σκέφτεστε;
Photos: http://www.palaiofaliro.gr