Ετικέτες “lactose free” και “dairy free”: σας ακούγονται το ίδιο;

Τις έχουμε συναντήσει όλοι στα ψυγεία με τους χυμούς και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, όμως ξέρουμε πραγματικά τι ακριβώς σημαίνουν; Οι δύο ετικέτες σήμανσης “χωρίς λακτόζη” και “μη γαλακτοκομικό προϊόν” φαίνεται πως έχουν το ίδιο νόημα, όμως στην ουσία είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα.

               Η λακτόζη είναι ο βασικός υδατάνθρακας που συναντούμε στο γάλα, το τύρι κι άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα. Καθώς αποτελείται από γλυκόζη και γαλακτόζη, ανήκει στην ομάδα των δισακχαριτών και, για να γίνει σωστά η διάσπαση της λακτόζης κατά την πέψη, είναι απαραίτητη για τον καταναλωτή η λακτάση, η οποία όμως είναι ανεπαρκής σε κάποια άτομα, οπότε και ταλαιπωρούνται από δυσανεξία στη λακτόζη. Τα προϊόντα, λοιπόν, που φέρουν τη σήμανση “χωρίς λακτόζη” απευθύνονται κυρίως σε όσους αντιμετωπίζουν δυσανεξία σ’ αυτή.

               Η διαφορά έγκειται στο ότι ένα προϊόν μπορεί να μην περιέχει λακτόζη και, παρ’ όλα αυτά, να εξακολουθεί να ανήκει στην κατηγορία των γαλακτοκομικών. Ένα προϊόν που χαρακτηρίζεται ως “μη γαλακτοκομικό” αυτομάτως σχεδόν δεν περιέχει λακτόζη αλλά κι η πηγή του είναι αμιγώς φυτική. Σε αυτά στρέφονται κυρίως όσοι έχουν ενσωματώσει τη vegan διατροφή στη ζωή τους αλλά κι όσοι είναι αλλεργικοί στα γαλακτοκομικά προϊόντα. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα αλλεργικά άτομα αδυνατούν να προσλάβουν καζεΐνη, μία βασική πρωτεΐνη των γαλακτοκομικών την οποία, ωστόσο, το σώμα αντιμετωπίζει σαν παθογόνο παράγοντα, με αποτέλεσμα να προκαλείται αλλεργική αντίδραση που μπορεί να επηρεάσει ακόμη και το αναπνευστικό σύστημα.

               Τι πρέπει να προσέχουν, λοιπόν όσοι παρουσιάζουν δυσανεξία στη λακτόζη αλλά κι όσοι έχουν αλλεργία στα γαλακτοκομικά;

               Η δυσανεξία δεν αναγκάζει απαραίτητα το άτομο από το να καταναλώσει γαλακτοκομικά, επομένως οποιοδήποτε προϊόν φέρει μία από τις δύο σημάνσεις είναι ακίνδυνο. Μπορεί, όμως, να στραφεί και σε προϊόντα όπως γιαούρτι και κεφίρ που περιέχουν χαμηλότερα ποσοστά λακτόζης. Ιδιαίτερη προσοχή θέλει στα τυριά, καθώς τα μαλακά τυριά, όπως το cottage και το τυρί – κρέμα περιέχουν μεγαλύτερα ποσοστά λακτόζης από σκληρά τυριά όπως το τσένταρ. Μία ακόμη επιλογή είναι η τακτική λήψη ενός συμπληρώματος διατροφής που περιέχει λακτάση ώστε η λακτόζη των γαλακτοκομικών να διασπάται πιο ομαλά.

               Για όσους όμως επιθυμούν να αποφύγουν εντελώς τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τότε χρειάζεται να αφιερώσουν λίγο χρόνο παραπάνω στη μελέτη των συστατικών. Σε οποιοδήποτε προϊόν αναφέρεται η περιεκτικότητα σε ορρό γάλακτος, καζεΐνη, nougat, λακτουλόζη ή πυτιά (σημ.: ένζυμο που βοηθά στην πήξη του γάλακτος) πρέπει να συμπεράνουμε πως μιλάμε για γαλακτοκομικό προϊόν.

               Το πιο σημαντικό, όμως, είναι πάντα να συμβουλευόμαστε το διατροφολόγο μας αλλά και το θεράποντα ιατρό μας προτού ξεκινήσουμε να καταναλώνουμε οποιοδήποτε καινούριο προϊόν που διατυμπανίζει κάποιο από τα ανωτέρω χαρακτηριστικά. Άλλωστε, τι πιο σημαντικό από το να τρεφόμαστε σωστά για να παραμένουμε υγιείς;

You may also like