Έως πότε μπορούμε να αποθηκεύουμε τα φαγητά που περισσεύουν;

Δεν είμαστε λίγοι εμείς που πάντα όταν μαγειρεύουμε υπολογίζουμε τουλάχιστον μία επιπλέον μερίδα, πολύ απλά επειδή κάποια μέρα μπορεί να μην προλάβουμε να μαγειρέψουμε για την επομένη. Έτσι το υπόλοιπο φαγητό πάει στο ψυγείο κι όταν το βγάζουμε για να το φάμε αργότερα το… μυρίζουμε για παν ενδεχόμενο. Όμως η μύτη μας δε μπορεί να τα προβλέψει όλα.

               Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι τροφικές δηλητηριάσεις που εκδηλώνονται με πυρετό, εμετό, πόνο στο στομάχι και διάρροια, προκαλούνται από παθογόνα βακτήρια όπως η σαλμονέλα και το E. coli. Ωστόσο τα βακτήρια που αλλοιώνουν τα τρόφιμα αναπτύσσονται εξαιτίας ενός συνδυασμού παραγόντων, όπως η υγρασία, η έκθεση στο φως, το οξυγόνο, η ζέστη κι η θερμοκρασία, αλλά και μη παθογόνους μικροοργανισμούς όπως η μούχλα και οι μύκητες.

               Βεβαίως κανείς μας δε θέλει να περάσει την ταλαιπωρία μίας τροφικής δηλητηρίασης κι εδώ είναι που ένα απλό τρικ, ο κανόνας 2-5-4* μπορεί να μας προφυλάξει.

               Τι μας λέει αυτός ο κανόνας;

               Το περίσσευμα πρέπει να τοποθετείται στο ψυγείο μέσα σε δύο (2) ώρες από την ώρα που τελειώσαμε το μαγείρεμα τοποθετημένο σε σκεύος βάθους το πολύ πέντε (5) εκατοστών και να καταναλώνεται το αργότερο μέσα σε τέσσερις (4) μέρες. Με αυτόν τον κανόνα το φαγητό προστατεύεται, καθώς η θερμοκρασία όπου μπορούν να αναπτυχθούν τα παθογόνα βακτήρια είναι μεταξύ 5°C και 60°C, ενώ το ρηχό σκεύος μειώνει την επιφάνεια που θα κάλυπτε ο πληθυσμός τους σε άλλη περίπτωση – κι άρα μειώνεται κι ο πληθυσμός τους. Επίσης χρησιμοποιούμε αεροστεγή τάπερ ή σακουλάκια και φροντίζουμε πάντα η θερμοκρασία του ψυγείου να είναι πάντα προγραμματισμένη στο ανώτερο των 4°C.

               Μπορούμε, όμως να χρησιμοποιήσουμε και την κατάψυξή μας για να φυλάξουμε τα περισσεύματά μας, αρκεί αυτή να είναι ρυθμισμένη το πολύ στους -17°C. Σε αυτήν την περίπτωση, όμως, πρέπει να θυμόμαστε πως μόλις το φαγητό ξεκινήσει να αποψύχεται, ο πληθυσμός των βακτηρίων θα αρχίσει να αυξάνεται. Έτσι το ανώτατο περιθώριο που έχουμε για να καταναλώσουμε το φαγητό είναι οι δύο ημέρες.

               Ποιος είναι ο χρόνος “ζωής” των φαγητών στην κατάψυξη;

-Σούπες, βραστά φαγητά (πχ στιφάδο), σάλτσες και μαγειρεμένο κρέας: 3 μήνες

-Κοτόπουλο: 4 μήνες (το κοτόπουλο είναι πιο ευάλωτο στην ανάπτυξη μικροοργανισμών, οπότε θέλει ιδιαίτερη προσοχή κατά την απόψυξη και το ζέσταμα)

-Ψάρια : 6 μήνες

Τέλος, οι παραπάνω κανόνες δεν ισχύουν για αρτοσκευάσματα όπως κέικ και brownies. Αυτά πρέπει να διατηρούνται σε αεροστεγές σκεύος και σε θερμοκρασία δωματίου και να καταναλώνονται το αργότερο σε επτά ημέρες. Αν, παρ’ όλα αυτά, τύχει και περισσέψει κάποιο τέτοιο γλύκισμα, τότε το τυλίγουμε σφιχτά σε πλαστικό και προτού το βάλουμε στην κατάψυξη το τοποθετούμε σε πλαστική σακούλα.

               Θα συμφωνήσουμε πως είναι παράνοια να καταλήγει στα σκουπίδια το φαγητό που περισσεύει, ειδικά στις εποχές που ζούμε, γι’ αυτό κι είναι σημαντικό να γνωρίζουμε να το αποθηκεύουμε σωστά. Άλλωστε, κανείς δεν απήλαυσε ποτέ τις συχνές επισκέψεις στο μπάνιο, σωστά;

You may also like